Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2016

Ομηρικός Ύμνος εις Άρτεμιν (2)




Τραγουδώ την Άρτεμη τη χρυσόβελη και πολυθόρυβη,
τη σεβαστή παρθένα, την ελαφοτοξεύτρα, που ρίχνει τα βέλη της,
τη δίσυμη αδερφή του χρυσόσπαθου Απόλλωνα, αυτήν που
μέσα σε σκοτεινά βουνά και σε ανεμόδαρτες κορυφές
χαίρεται με το κυνήγι και τεντώνει τα ολόχρυσα τόξα της
εξαπολύοντας βέλη στεναχτικά: τραντάζονται οι κορυφές
των υψηλών βουνών και αντηχούν τα ολοϊσκιωτα δάση
φοβερά απο τις φωνές των αγριμιών. φρικιάζει η στεριά
και η γεμάτη ψάρια θάλασσα. ωστόσο εκείνη με δυνατή ψυχή
τριγυρίζει παντού και εξαφανίζει τα γένη των αγρημιών.
Όταν πια ευχαρηστηθεί η κυνηγήτρα των αγριμιών
κι ευχαριστήσει το νου της, χαλαρώνει τα εύκαμπτα
τόξα της και πάει στο μεγάλο ναό του αδερφού,
του Φοίβου, στον πλούσιο τόπο των Δελφών, να ετοιμάσει
τον όμορφο χορό για τις Μούσες και για τις Χάριτες. Εκεί
κρεμάει τα τεντωμένα τόξα της και τα βέλη της κι έχοντας
χαριτωμένα στολίδια γύρω στο κορμί της τραβάει μπροστά
κάνοντας την κορυφαία του χορού. κι αυτές αθάνατη φωνή
βγάζουντας υμνούν την ομορφόποδη Λητώ, πως γέννησε παιδιά
που είναι τα έξοχα άριστα παιδιά στις σκέψεις και στα έργα.
Να έχετε χαρές, παιδιά του Δία και της ομορφόμαλης Λητώς:
κι εγώ σε άλλο τραγούδι μου εσάς θα μνημονεύσω.

Ἄρτεμιν ἀείδω χρυσηλάκατον, κελαδεινήν,
παρθένον αἰδοίην, ἐλαφηβόλον, ἰοχέαιραν,
αὐτοκασιγνήτην χρυσαόρου Ἀπόλλωνος,
ἣ κατ’ ὄρη σκιόεντα καὶ ἄκριας ἠνεμοέσσας
ἄγρῃ τερπομένη παγχρύσεα τόξα τιταίνει
πέμπουσα στονόεντα βέλη: τρομέει δὲ κάρηνα
ὑψηλῶν ὀρέων, ἰάχει δ’ ἔπι δάσκιος ὕλη
δεινὸν ὑπὸ κλαγγῆς θηρῶν, φρίσσει δέ τε γαῖα
πόντος τ’ ἰχθυόεις: ἣ δ’ ἄλκιμον ἦτορ ἔχουσα
πάντη ἐπιστρέφεται θηρῶν ὀλέκουσα γενέθλην.
αὐτὰρ ἐπὴν τερφθῇ θηροσκόπος ἰοχέαιρα,
εὐφρήνῃ δὲ νόον, χαλάσασ’ εὐκαμπέα τόξα
ἔρχεται ἐς μέγα δῶμα κασιγνήτοιο φίλοιο,
Φοίβου Ἀπόλλωνος, Δελφῶν ἐς πίονα δῆμον,
Μουσῶν καὶ Χαρίτων καλὸν χορὸν ἀρτυνέουσα.
ἔνθα κατακρεμάσασα παλίντονα τόξα καὶ ἰοὺς
ἡγεῖται χαρίεντα περὶ χροὶ̈ κόσμον ἔχουσα,
ἐξάρχουσα χορούς: αἳ δ’ ἀμβροσίην ὄπ’ ἰεῖσαι
ὑμνεῦσιν Λητὼ καλλίσφυρον, ὡς τέκε παῖδας
ἀθανάτων βουλῇ τε καὶ ἔργμασιν ἔξοχ’ ἀρίστους.
χαίρετε, τέκνα Διὸς καὶ Λητοῦς ἠυκόμοιο:
αὐτὰρ ἐγὼν ὑμέων τε καὶ ἄλλης μνήσομ’ ἀοιδῆς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου