Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 26 Ιουνίου 2017

Ιουλιανός,o Μέγας. Ένας πραγματικός Έλληνας.


 Είναι αισχρό και άδικο αληθινά μεγάλοι άνθρωποι, όπως ο Ιουλιανός ο Μέγας να υποτιμάται και να μειώνεται από τους γνωστούς υπόπτους. Είναι λοιπόν καιρός πιστεύω να βάλουμε κάποια κομμάτια και πραγματικά μεγάλους ανθρώπους, στην θέση τους.

Ο Ιουλιανός ο Μέγας είναι ένας από αυτούς. Μεγάλος λάτρης της Ελληνικής φιλοσοφίας και σκέψης, θέλησε να επαναφέρει την φιλοσοφία και την Ελληνική παιδεία στην αυτοκρατορία του, που είχε πάρει την κατρακύλα του αφανισμού-χριστιανισμού.
Αποκαλούν μέγα τον....
αιμομίκτη, δολοφόνο, αδίστακτο και σκληρό Κωνσταντίνο και την μητέρα του, γιατί έτσι τους βολεύει και παραβάτη ένα αληθινά μεγάλο άνθρωπο γιατί τους εμπόδισε να κάνουν πλιάτσικο στην αυτοκρατορία.
Γιατί τους εμπόδισε να καταστρέψουν την φιλοσοφία, τα γράμματα, τις τέχνες και τον Ελληνικό φιλοσοφικό τρόπο σκέψης, ζωής, Ελευθερίας. Σε ένα κόσμο που προήγαγαν τα σκοτάδια, την αμορφωσιά και τον χριστιανισμό, όπως σήμερα.
Ας πάψουμε να τον αποκαλούμε με τα ονόματα που του απέδωσαν οι χριστιανοί του Βυζαντίου και συνεχίζουν οι σύγχρονοι σκοταδιστές. Ειδικά οι Έλληνες έχουμε πολλούς λόγους να τιμούμε και να προσφωνούμε με το σωστό του όνομα τον Ιουλιανό τον Μέγα. Ας δούμε λοιπόν ποιός ήταν αυτός ο μεγάλος άνθρωπος.
Ο Ιουλιανός ο Μέγας (Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός, Λατ. Flavius Claudius Julianus), γνωστός από τους χριστιανούς ως Ιουλιανός ο Παραβάτης ή Ιουλιανός ο Αποστάτης, αλλά και Μέγας Ιουλιανός, ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο. Συμβασίλευσε, ως Καίσαρας, με τον Κωνστάντιο Β' από το 355 ως το 360 και μόνος του, ως Αύγουστος, από το 361 ως το 363.

Ο Ιουλιανός ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας της Κωνσταντίνειας δυναστείας και ο μοναδικός παγανιστής μετά τον Μέγα Κωνσταντίνο.
Ο Ιουλιανός ο Μέγας υπήρξε βαθύτατα μορφωμένος άνθρωπος. Επηρεασμένος από την ελληνική κλασική παιδεία, ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του Έλληνα και δεν δίσταζε να να δηλώνει «Έλλην ειμί». Σε επιστολή του προς τον φιλόσοφο Θεμίσιο θα αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Φεύγοντας για την Ελλάδα, τότε που όλοι νόμιζαν πως με στέλναν εξορία, τάχα δε δόξασα την τύχη μου σαν να γιόρταζα τη μεγαλύτερη γιορτή, λέγοντας πως εκείνη η αλλαγή ήταν για μένα ό,τι καλύτερο και πως είχα ανταλλάξει, όπως λένε, «Χαλκό με χρυσάφι και εννιά βόδια με εκατό»; Τέτοια αγαλλίαση ένιωθα που μού 'λαχε να πάω στην Ελλάδα αντί να μείνω σπίτι μου κι ας μην είχα εκεί ούτε χωράφι ούτε κήπο ούτε ένα σπιτάκι δικό μου».

Σε κάποια άλλη του επιστολή («Εγκώμιον στην αυτοκράτειρα Ευσεβία»), δεν μπορεί να κρύψει την αγάπη του για την Ελλάδα:

«Μα τι μ' έχει πιάσει; Και τι είδους ομιλία είχα σκοπό να ολοκληρώσω αν όχι τον έπαινο της αγαπημένης μου Ελλάδας, που δεν μπορώ να τη φέρω στο νου χωρίς να μένω έκθαμβος με κάθε τι δικό της;».

Ο Ιουλιανός ο Μέγας υπήρξε ο μόνος μη χριστιανός αυτοκράτορας του Βυζαντίου, όπως και όλους όσους στεκόταν εμπόδιο στα σχέδιά της. Τον Ιουλιανό τον ενοχλούσε το φαινόμενο του Χριστιανισμού που ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με την ελληνική του παιδεία και μόρφωση, καθώς και με τον Ελληνικό Πολιτισμό που λάτρευε. Προσπάθησε να βάλει φρένο στην ασυδοσία των κληρικών και τον πλουτισμό της Εκκλησίας, χωρίς ωστόσο να προχωρήσει σε διώξεις εναντίον τους

«Εγώ, μα τους θεούς, δε θέλω ούτε να σκοτώνονται οι χριστιανοί ούτε να δέρνονται άδικα ούτε άλλο κακό να παθαίνουν» [«Ιδιόχειρη επιστολή προς τον Ατάρβιο»]).

Απεναντίας προσπάθησε να κρατήσει μια ισορροπία. Εκδίδει διατάγματα περί ανεξιθρησκίας, προσπαθώντας ταυτόχρονα να αναβιώσει την ελληνική (και ρωμαϊκή) θρησκεία. Επιστρέφει τις περιουσίες και ανακαλεί από την εξορία τους, διωχθέντες από τον -αρειανιστή- Κωνστάντιο, ορθόδοξους χριστιανούς. Καταργεί τις κρατικές χορηγήσεις στην χριστιανική εκκλησία. Εκδίδει πέντε διατάγματα για την ενίσχυση της εξουσίας των τοπικών βουλών. Απαγορεύει να τον προσαγορεύουν «Δεσπότη» και διακηρύσσει ότι θεωρεί τον εαυτό του μέλος της συγκλητικής τάξης.

Στις επιστολές του απευθύνεται προς τις βουλές των πόλεων ως ίσος προς ίσον. Προωθεί μέτρα (φοροαπαλλαγές, παραγραφή χρεών κ.α.) για την ενίσχυση της αυτονομίας των πόλεων. Προσπαθεί να συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες μερίδες των χριστιανών και να αποτρέψει συγκρούσεις ανάμεσα σε εθνικούς και χριστιανούς («Σε όλους τους χριστιανούς έχω φερθεί με τέτοια πραότητα και φιλανθρωπία, που κανείς απ' αυτούς δεν υφίσταται βία πουθενά ούτε τους σέρνουν με το ζόρι στα ιερά ούτε εξαναγκάζονται να κάνουν οτιδήποτε ενάντια στη θέληση τους» [«Προς του κατοίκους της Έδεσσας»]).

Επιχειρώντας να περιορίσει την χριστιανική προπαγάνδα και την εξάπλωση του Χριστιανισμού, εκδίδει διάταγμα αποκλεισμού των χριστιανών δασκάλων από την παιδεία· απαγορεύει τα κληροδοτήματα προς τις εκκλησίες· υποχρεώνει τους χριστιανούς να επανορθώσουν τις ζημιές που είχαν προξενήσει στα ιερά των εθνικών. Ο Ιουλιανός ο Μέγας θα δικαιολογήσει το μέτρο που πήρε, να απαγορέψει στους χριστιανούς ρητοροδιδασκάλους και γραμματικούς να διδάσκουν ελληνική φιλολογία, συνοψίζοντας την όλη στάση του απέναντι τους στην φράση:
«Πηγαίνετε στις εκκλησίες σας, να ερμηνεύσετε Ματθαίο και Λουκά»... Οι χριστιανοί θεώρησαν ότι το μέτρο εκείνο κατ' επέκταση απαγόρευε και στα παιδιά τους να σπουδάζουν. Ως προς αυτό όμως ο Ιουλιανός, προς το τέλος της επιστολής («Επιστολή 42»), είναι σαφής...

Σωστή παιδεία, νομίζω, δεν σημαίνει το να χειρίζεσαι τις λέξεις και τη γλώσσα με ευρυθμία, αλλά το να σε διακρίνει η υγιής νοητική διάθεση να σκέφτεσαι λογικά, να 'χεις σωστές απόψεις για το καλό και το κακό, το ωραίο και το αισχρό. Αυτός, λοιπόν, που άλλα πιστεύει και άλλα διδάσκει σ' όσους μαθητεύουν πλάι του, νομίζω έχει απομακρυνθεί τόσο από την παιδεία όσο και από την τιμιότητα.

Και αν η διαφορά ανάμεσα στις σκέψεις και στα λόγια αφορά σε μικροζητήματα, τότε είναι κάπως υποφερτό το κακό. Στα μεγάλα ζητήματα όμως, αν κάποιος διδάσκει τα αντίθετα απ' αυτά που πιστεύει, πώς να μη θεωρηθεί άνθρωπος πανούργος, κάθε άλλο παρά έντιμος και ευσυνείδητος, που μιλάει με πολύ καλά λόγια για πράγματα που τα θεωρεί τιποτένια, εξαπατώντας και δελεάζοντας με επαίνους εκείνους στους οποίους επιδιώκει να μεταδώσει τις δικές του ασχήμιες;

Όσοι λοιπόν θέλουν να επαγγέλονται τον δάσκαλο πρέπει να είναι άνθρωποι δίκαιοι και λογικοί, κι οι ιδέες που έχουν ενστερνιστεί να μην έρχονται σε σύγκρουση με το δημόσιο λειτούργημα τους. Και πολύ περισσότερο απ' όλους, θα 'πρεπε τέτοιας ποιότητας άνθρωποι να είναι όλοι όσοι ασχολούνται με την ερμηνεία των αρχαίων κειμένων στους νέους, είτε ρήτορες είναι αυτοί είτε απλοί δάσκαλοι είτε σοφιστές -και πολύ περισσότερο αυτοί οι τελευταίοι, που φιλοδοξούν να διδάξουν όχι μονάχα τη γλώσσα αλλά και την ηθική, και διατείνονται ότι ειδικότητα τους είναι η πολιτική φιλοσοφία.

Αν τώρα αυτό είναι αλήθεια ή όχι, ας το αφήσουμε για την ώρα· τους επαινώ που έχουν τη φιλοδοξία να ασκούν ένα τόσο ωραίο επάγγελμα, αλλά θα τους επαινούσα ακόμα περισσότερο αν δεν ήταν ψεύτες και αν δεν έδιναν λαβή να θεωρηθεί ότι άλλα πιστεύουν και άλλα διδάσκουν στους μαθητές τους. Τι λέτε λοιπόν; Για τον Όμηρο, τον Ησίοδο, τον Δημοσθένη, τον Ηρόδοτο, τον Θουκυδίδη, τον Ισοκράτη και τον Λυσία, δεν ήσαν κεφαλές της παιδείας οι θεοί; Μήπως δεν θεωρούσαν προστάτες τους, άλλοι τον Ερμή και άλλοι τις Μούσες; Είναι λοιπόν παράλογο, έτσι νομίζω, κάποιοι που δουλειά τους είναι να ερμηνεύουν τα έργα όλων αυτών, συγχρόνως να καταφρονούν τους θεούς που εκείνοι τίμησαν. Και παρ' όλο που το θεωρώ παράδοξο αυτό, δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει να αλλάξουν ιδέες οι δάσκαλοι της νεολαίας.
Τους αφήνω να επιλέξουν ανάμεσα στο να μη διδάσκουν αυτά που δεν θεωρούν αξιόλογα και σημαντικά ή, αν επιθυμούν να συνεχίσουν τη διδασκαλία, πρώτα απ' όλα να κηρύξουν στους μαθητές ότι ούτε ο Όμηρος ούτε ο Ησίοδος ούτε κανείς από όσους ερμηνεύουν...(λείπουν λέξεις)...αφού μέχρι και για ασέβεια τους έχουν κατηγορήσει και για ανοησία και θεολογικές πλάνες. Κι αφού χάρη στα συγγράμματα εκείνων κερδίζουν χρήματα και ζουν ετούτοι εδώ, είναι σαν να το παραδέχονται πως είναι αισχροκερδείς και για λίγες δραχμές είναι ικανοί για όλα.

Μέχρι τώρα, πολλά ήσαν τα αίτια που ο κόσμος δεν επισκεπτόταν τα ιερά, και ο φόβος που επικρεμόταν από παντού συγχωρούσε την απόκρυψη της αληθινής γνώμης για τους θεούς. Τώρα όμως που οι θεοί μάς έδωσαν την ελευθερία, μου φαίνεται παράλογο το να διδάσκει κανείς τους ανθρώπους αυτά που δεν εγκρίνει. Μα αν θεωρούν ότι είναι σοφοί εκείνοι των οποίων τα έργα ερμηνεύουν και τους οποίους αναγνωρίζουν ως προφήτες, ας μιμηθούν πρώτα την ευσέβεια εκείνων προς τους θεούς· αν όμως υποστηρίζουν ότι εκείνοι που αξίζουν τις μεγαλύτερες τιμές είχαν πλανηθεί, τότε ας πάνε στις εκκλησίες των χριστιανών να ερμηνεύσουν Ματθαίο και Λουκά...

Οι δικοί σας νόμοι σας απαγορεύουν να τρώτε από τα ζώα που θυσιάζονται. Εγώ όμως θα προτιμούσα να «ξαναγεννηθεί», όπως θα λέγατε και σεις, και η ακοή και η γλώσσα σας...(λείπουν λέξεις). Ιδού λοιπόν ο νέος νόμος που ισχύει για τους καθηγητές και διδασκάλους. Κανένας νέος που θέλει να φοιτήσει δεν αποκλείεται. Δεν θα ήταν ούτε λογικό ούτε δίκαιο, να κλείσω το δρόμο σε παιδιά που ακόμα δεν ξέρουν τι κατεύθυνση να ακολουθήσουν -από φόβο μήπως τα σπρώξω προς τα πατροπαράδοτα χωρίς να το θέλουν παρ' όλο που θα ήταν δίκαιο, όπως τους τρελούς, έτσι κι αυτούς να τους θεραπεύσουμε παρά τη θέληση τους. Πιστεύω όμως πως τους ανόητους πρέπει να τους διδάσκεις κι όχι να τους τιμωρείς.

Όσον αφορά τα οικονομικά μέτρα που έλαβε κατά της Εκκλησίας, θα τα αιτιολογήσει μ' ένα επιχείρημα άκρως...χριστιανικό («Προς του κατοίκους της Έδεσσας»):

Αφού λοιπόν ο θαυμάσιος νόμος τους, τούς προτρέπει να απαρνηθούν τα υπάρχοντα τους για να πορευτούν πιο εύκολα προς τη βασιλεία των ουρανών, γι' αυτό κι εμείς, συμφωνώντας με τους αγίους τους, δώσαμε διαταγή να κατασχεθούν όλα τα χρήματα της εκκλησίας των Εδεσσητών και να δοθούν στους στρατιώτες και τα κτήματα τους να προστεθούν στα δικά μας ιδιόκτητα.
Κι αυτό για να φτωχύνουν και να βάλουν μυαλό, αλλά και για να μη στερηθούν τη βασιλεία των ουρανών στην οποία ακόμα ελπίζουν. Και τους κατοίκους της Έδεσσας τους προειδοποιώ να μένουν μακριά από καυγάδες και εξεγέρσεις, για να μη μου κεντρίσουν το αίσθημα της φιλανθρωπίας και τους τιμωρήσω με ξίφος, φωτιά και εξορία, για διατάραξη της κοινωνικής γαλήνης.

Αναφερόμενος στους κληρικούς, θα γράψει («Προς τους κατοίκους της Βόστρας»):

Αντί να χαίρονται που έμειναν ατιμώρητοι για τις κακές τους πράξεις, ποθούν την παλιά τους εξουσία, κι επειδή δεν μπορούν πια να δικάζουν, να γράφουν διαθήκες, να βάζουν στο χέρι ξένες κληρονομιές και να τα χαρίζουν όλα στον εαυτό τους, κινούν τα νήματα για να προκαλέσουν αταξία, ρίχνουν λάδι στη φωτιά και πάνω στα παλιά δεινά τολμούν να συσσωρεύουν καινούρια, οδηγώντας τον λαό σε διχόνοια. Σκέφτηκα λοιπόν πως έπρεπε να αναγγείλω στους κατοίκους όλων των πόλεων με το διάταγμα αυτό, ότι απαγορεύεται να ξεσηκώνονται μαζί με τους κληρικούς, να παρασύρονται απ' αυτούς και να σηκώνουν πέτρες δείχνοντας απείθεια στους άρχοντες.
Έχουν το ελεύθερο να συγκεντρώνονται όποτε θέλουν και να προσεύχονται για τον εαυτό τους όπως επιθυμούν. Αν όμως κάποιοι προσπαθούν να τους πείσουν να ξεσηκωθούν -δήθεν- για τα συμφέροντα τους, ας μη συμμετέχουν σε ταραχές για να μη τιμωρηθούν.

Και συνεχίζει, απευθυνόμενος «Προς τους κατοίκους της Βόστρας»:

Μονοιάσετε εσείς ο λαός μεταξύ σας. Όλοι ας αποφύγουν τις αντιπαλότητες και ας μη παρανομεί κανείς- και οι παραστρατημένοι να μην παρανομούν σε βάρος όσων ορθά και δίκαια λατρεύουν τους θεούς σύμφωνα με την παράδοση αιώνων, και όσοι λατρεύουν τους θεούς να μην καταστρέφουν και λεηλατούν τα σπίτια εκείνων που -περισσότερο λόγω άγνοιας παρά από πεποίθηση- έχουν παραστρατήσει...
Και τώρα όπως και πολλές φορές στο παρελθόν, παρακινώ αυτούς που διακατέχονται από αληθινό σεβασμό στους θεούς να μην αδικούν τα πλήθη των χριστιανών, ούτε να τους επιτίθενται και να τους προσβάλλουν. Περισσότερο πρέπει να λυπόμαστε παρά να μισούμε όσους σφάλλουν πάνω στα πιο σημαντικά ζητήματα· γιατί το μεγαλύτερο καλό είναι η θεοσέβεια ενώ αντίθετα το μεγαλύτερο κακό είναι η ασέβεια...

Όλα τα παραπάνω, όπως ήταν επόμενο, αποτέλεσαν ικανούς λόγους για την έκφυλη χριστιανική Εκκλησία, ώστε να ο Ιουλιανός να «βαπτισθεί» «Αποστάτης» και «Παραβάτης». Θέλοντας δε οι Ιουδαιοχριστιανοί να «λερώσουν» το όνομα του Ιουλιανού, δεν δίστασαν να του χρεώσουν ανυπόστατες φήμες που είχαν ως κοινή πηγή τον Βυζαντινό χρονογράφο και μοναχό, Γεώργιο Κεδρηνό, ο οποίος έζησε προς το τέλος του 11ου και στις αρχές του 12ου αιώνα μ.Χ. «Χάρις» λοιπόν στον Κεδρηνό, «μαθαίνουμε» ότι ο Ιουλιανός τελούσε σπονδές προς τους θεούς, ξεκοιλιάζοντας μωρά και έγκυες γυναίκες για να κάνει οιωνοσκοπίες με τα σπλάχνα τους, ότι προς τον Ιουλιανό δόθηκε ο τελευταίος χρησμός της Πυθίας κι ότι λίγο πριν πεθάνει (πιθανότατα από χριστιανικό χέρι) αναγνώρισε τάχα την ήττα του λέγοντας «Νενίκηκάς με Ναζωραίε» (με νίκησες Χριστέ). Πρόκειται δηλαδή για χονδροειδή αισχρά κατασκευάσματα της Εκκλησίας, που ήθελαν να καταδείξουν με κάθε τρόπο την επικράτηση του Χριστιανισμού. Ας σημειωθεί ότι όσοι άλλοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς αναφέρθηκαν στα τελευταία λόγια του αυτοκράτορα, είχαν την τιμιότητα να προειδοποιούν τον αναγνώστη με ένα «λένε ότι»...

Μετά τον θάνατο του Ιουλιανού,

κύμα τρομοκρατίας ξέσπασε στην Ανατολική Αυτοκρατορία. Σχεδόν αμέσως πυρπολήθηκε από χριστιανούς η Βιβλιοθήκη της Αντιόχειας. Ακολούθησαν ομαδικοί διωγμοί και βίαιοι θάνατοι φιλοσόφων, καταδίκες για μαγεία των πιστών του αρχαίου Πανθέου, καταστροφές αρχαίων ναών αλλά και εστιακών σημείων του Ελληνισμού που δεν είχαν λατρευτικό χαρακτήρα, όπως τα γυμνάσια και τα μουσεία· με τελική κατάληξη την απαγόρευση της αρχαίας θρησκείας από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο (Νοέμβριος 392) και την σχεδόν ταυτόχρονη απαγόρευση των Ολυμπιακών Αγώνων...

Το Ελληνικό Πνεύμα, κατατρεγμένο, θα βρει πλέον καταφύγιο στις φιλοσοφικές σχολές, στις περισσότερες από τις οποίες δεν απομένουν παρά μερικές δεκαετίες ζωής. Ως και το εθνικό όνομα των Ελλήνων τέθηκε υπό απαγόρευση... Σήμερα ο Ιουλιανός αποτελεί μια ενοχλητική παρένθεση μέσα στα εγχειρίδια της ελληνικής ιστορίας. Αναφέρεται πάντοτε με το επώνυμο που του χάρισαν οι χριστιανοί («Παραβάτης» ή «Αποστάτης») οι οποίοι, στην καλύτερη περίπτωση, τον εμφανίζουν ως έναν ανεδαφικό οραματιστή· ένα μικρό ανάχωμα που παρασύρθηκε από το ποτάμι της ιστορίας...

Είναι ευτύχημα για τους ιστορικούς,
τ' ότι ο Ιουλιανός δεν περιοριζόταν στο να μιλάει πολύ (ένα από τα ελαττώματα που του καταλογίζει ο Αμμιανός Μαρκελίνος) αλλά και υπαγόρευε πολύ· κι όταν δεν υπαγόρευε, έγραφε ο ίδιος, νύχτα πάντα. Ο Ιουλιανός ήταν ένας μανιακός της επικοινωνίας· κι αφότου ανέβηκε στον θρόνο, η νέα του ιδιότητα τού επέτρεπε, όταν δεν του επέβαλλε, να επικοινωνεί γραπτώς με τους πάντες: Είτε με το σύνολο των κατοίκων μιας πόλης (όπως παραπάνω) είτε με τον διοικητή μιας μακρινής επαρχίας είτε με μέλη της συγκλήτου· κυρίως όμως τον ενδιέφερε η επικοινωνία με ανθρώπους των γραμμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις πήρε την εξουσία έστειλε επιστολές σε αναρίθμητους διανοούμενους όλων των θρησκευμάτων και όλων των αποχρώσεων, καλώντας τους κοντά του.

Όπως επίσης το ότι τις ίδιες εκείνες μέρες, τα έβαλε μ' έναν νεαρό κυνικό φιλόσοφο που τον είχε αγανακτήσει, γράφοντας έναν μακροσκελή λόγο με τίτλο «Κατά του κυνικού Ηράκλειου, σχετικά με το πώς πρέπει να εφαρμόζεται ο Κυνισμός και το αν ταιριάζει να πλάθει μύθους ο Κυνικός». (Γεμάτος σεβασμό για τον πρώτο Κυνικό, τον Διογένη, και δυσφορώντας με την ελαφρότητα των επιγόνων του, ο Iουλιανός συνέχισε την πολεμική του με ένα δεύτερο φιλοσοφικού χαρακτήρα έργο με τίτλο «Προς τα απαίδευτα σκυλιά» [δηλαδή τους αμόρφωτους κυνικούς]).

Ο λόγος «Κατά χριστιανών» του Ιουλιανού, είναι ένα έργο υπεράσπισης του ελληνικού πολιτισμού, της ελληνικής θρησκείας και του ελληνικού πνεύματος και κατηγορεί τους απολίτιστους Εβραίους πως αφού «έκλεψαν» στοιχεία τους, τα διαστρέβλωσαν με ανήθικο τρόπο. Ο Ιουλιανός χρησιμοποιεί τις αναρίθμητες αντιφάσεις και παραλογισμούς της Αγίας Γραφής για να ασκήσει κριτική στον Ιουδαιοχριστιανισμό, ενώ βάλλει και κατά των «Πατέρων» της Εκκλησίας, όπως κατά του «άθλιου Ευσέβιου» που «υποστηρίζει ότι έχουν και αυτοί κάποια ποιήματα με εξάμετρους στίχους, και περηφανεύεται ότι και οι Εβραίοι ασχολούνται φιλοσοφικά με τη λογική, που τ' όνομά της από τους Έλληνες το πρωτάκουσε».
Ο αυθεντικός τίτλος του κειμένου είναι «Κατά Γαλιλαίων», τον οποίο χρησιμοποίησε ο Ιουλιανός ο Μέγας έχοντας για παράδειγμα τον -κατά δύο αιώνες προγενέστερό του- στωικό φιλόσοφο Επίκτητο. Ο Ιουλιανός χρησιμοποιούσε το υποτιμητικό παρωνύμιο «Γαλιλαίοι» για τους χριστιανούς, θεωρώντας πως έτσι περιόριζε το «βεληνεκές» τους σε μια ορισμένη γεωγραφική περιοχή (η διατήρηση του παρωνυμίου στη νεοελληνική απόδοση θα ήταν αδόκιμη).
Όπως ο «Αληθής Λόγος» του Κέλσου και το «Κατά χριστιανών» του Πορφύριου, έτσι και το «Κατά χριστιανών» του Ιουλιανού, διασώθηκε μέσα από το έργο κάποιου χριστιανού, που το παρέθεσε κομματιαστά προκειμένου να το ανασκευάσει.
Μόνο που, ενώ ο «Αληθής Λόγος» σώθηκε κατά το 80%, από το έργο του Ιουλιανού του Μέγα, ζήτημα είναι αν έχουμε το ένα τέταρτο: Πρόκειται για εκτενή αποσπάσματα του πρώτου από τα τρία βιβλία που απάρτιζαν το έργο. Όσο για το χριστιανικό έργο που εμπεριείχε το «Κατά Γαλιλαίων», αυτό σώζεται μόνο κατά το ήμισυ... Γράφτηκε από τον επίσκοπο Αλεξανδρείας Κύριλλο ο οποίος και ανακατέταξε (δηλαδή έκοψε και έραψε) το αρχικό κείμενο καταπώς τον διευκόλυνε και επιπλέον απάλειψε, όπως είπε και ο ίδιος, χωρία που τα θεώρησε υβριστικά. Κατόπιν όλων αυτών, βρέθηκε ένας ερευνητής ονόματι K. J. Neumann, που καταπιάστηκε με την ανασύνθεση του έργου και το εξέδωσε στη Λειψία το 1880, με τον τίτλο «IULIANIITERATOR IS LlBRORUM CONTRA CHRISTIANOS QUAE SUPERSUNT».
Είναι ευνόητο λοιπόν το έργο, όπως έχει σωθεί, να μην έχει ειρμό και συνοχή. Εξακολουθεί όμως, έστω κι έτσι, να παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον: Ο Ιουλιανός ο Μέγας δεν ήταν ένας απλοϊκός αντίπαλος του Χριστιανισμού· από μικρός, γνώριζε άριστα τις Γραφές όπως και την ιουδαϊκή μυθολογία. Όπως γράφει ο Ευνάπιος, τον ανήλικο Ιουλιανό τον είχαν από κοντά άνθρωποι του παλατιού (ευνούχοι), ώστε να εξασφαλιστεί το ότι θα γινόταν χριστιανός. Όμως εκείνος, «παρ όλα αυτά, έδειξε την υψηλή του φύση:

Μάθαινε αμέσως απ' έξω όλα τα χριστιανικά βιβλία, τόσο που οι δάσκαλοι του αγανακτούσαν που το δασκαλίκι τους κρατούσε λίγο, καθώς δεν είχαν τι να διδάξουν στο παιδί. Κι αφού πια δεν είχε τι άλλο να μάθει απ' αυτούς, ζήτησε από τον εξάδελφο του Κωνστάντιο να του επιτρέψει να παρακολουθήσει μαθήματα φιλοσοφίας και ρητορικής. Και κείνος, του το επέτρεψε γιατί προτιμούσε να χάνεται μες στα βιβλία ο Ιουλιανός παρά να θυμάται την οικογένεια του και το βασιλικό αξίωμα...».

Πηγή: chaviaras.blogspot.gr

Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017

Η ΑΛΗΘΙΝΗ «ΙΣΤΟΡΙΑ» ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ.


«Θεσπίζουμε αυτούς τους νόμους, για τους αλιτήριους Έλληνες»
(Ιουστινιάνειος Κώδικας 1.11.10).

Ο Βυζαντινός Ανθελληνισμός σε όλο του το μεγαλείο.
Κείμενα νόμων αποδεικνύουν μία μαρτυρική και αιματοβαμμένη ζωή.

  Στα τέλη του θ΄ αιώνα ο αυτοκράτορας Λέων ΣΤ΄ ο Σοφός έδωσε εντολή σε νομομαθείς να συγκεντρώσουν την έως τότε ισχύουσα νομοθεσία, να αφαιρέσουν όσους νόμους δεν ίσχυαν πλέον και να θεσπίσουν όσους νέους χρειάζονταν. Από την εργασία αυτή προέκυψε μία συλλογή εξήντα βιβλίων, η οποία έμεινε γνωστή ως «Βασιλικά» και ίσχυσε μέχρι τέλους του Βυζαντίου (1.453 μ.Χ.).

     Δεν υπάρχει χώρος, για να παρουσιάσουμε το σύνολο των νόμων, που περιέχει η φρικτή αυτή νομοθεσία, άλλωστε σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να αναδειχθούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έζησε το Ελληνικό Έθνος στα 1.100 χρόνια της Βυζαντινής σκλαβιάς. Θα περιοριστούμε λοιπόν ενδεικτικά σε κείμενα των νόμων, που περιέχονται στο πρώτο από τα συνολικώς 60 βιβλία των «Βασιλικών».

     Μελετώντας τα κείμενα παρατηρούμε, ότι δεν αρκούνται μόνο στην παράθεση των άρθρων και διατάξεων, αλλά και περιέχουν εντελώς ξένα προς νομικά κείμενα αποσπάσματα με ύβρεις εναντίον των Ελλήνων, που χαρακτηρίζονται «μυσαροί», «αλιτήριοι» κ.λπ. Αλλά το πιο εντυπωσιακό στοιχείο τους είναι οι τρομερές ποινές, που προβλέπουν τα άρθρα αυτά κατά των Ελλήνων: «αδικήματα» όπως το έθιμο της παρατήρησης της «σπάλας» του αρνιού επέσυραν την ποινή της σταύρωσης (!), η «εμμονή εις την πλάνην των Ελλήνων» την ποινή του θανάτου και ταυτόχρονα της δήμευσης της περιουσίας από τα μοναστήρια, η τέλεση από τρίτους σε κάποιο κτήμα κάποιας Ελληνικής τελετής την ποινή (στον ...; ιδιοκτήτη του κτήματος!) των σωματικών βασανιστηρίων (; ) και στη συνέχεια των ισόβιων καταναγκαστικών έργων σε ορυχεία κ.λπ. κ.λπ.

     Προφανώς βρισκόμαστε μπροστά στις πιο τραγικές σελίδες μιας άγνωστης περιόδου της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, περιόδου μαρτυρικής, αιματοβαμμένης, ακραίας βαρβαρότητας, την οποία έζησαν οι πρόγονοί μας κάτω από την σπάθη του δημίου του Ελληνισμού, δηλαδή του Βυζαντίου, το οποίο οι σημερινοί Έλληνες εξακολουθούμε και σήμερα να το θεωρούμε «Ελληνικό».


«Τα κατά χριστιανών συγγράμματα Πορφυρίου και άλλων αιρετικών καιέσθωσαν, ...οι δε τα λεχθέντα βιβλία έχοντες και αναγιγνώσκοντες, εσχάτως τιμωρείσθωσαν.» («Νομοκάνων» Φωτίου, τίτλ. ιβ΄, κεφ. 2 και 3.)



  Παραθέτουμε δειγματoληπτικά παραγράφους άρθρων και διατάξεις από την ανθελληνική νομοθεσία του πρώτου βιβλίου. Πρόκειται για ιστορικά ντοκουμέντα απόλυτης αποδεικτικής ισχύος, και γι' αυτό τα δημοσιεύουμε στην πρωτότυπη γλωσσική μορφή τους.

     1. Συγγράμματα Ελλήνων: Καύση επί της πυράς.
         «Δει τα Πορφυρίου και των ομοίων αυτού συγγράμματα πυρί καίεσθαι» (παρ. 3).


     2. Έθιμο παρατήρησης «σπάλας» του αρνιού: Ποινή σταύρωσης!
         «Μηδείς τολμάτω θυσίαν ούτε ποιείν, ως εφοράν το ήπαρ και τα σπλάχνα του θυομένου θρέμματος δια το επαγγέλεσθαι τα μέλλοντα, ει δε τις τολμήσει τι τοιούτο ποιήσαι, επήρτηται αυτώ τιμωρία της σταυρώσεως, είτε περί ενεστώτων, είτε περί μελλόντων δια της σπλαγχνοσκοπίας περιεργάζεται» (παρ. 12). Για να θεσπίζουν τέτοιους νόμους με προβλεπόμενη ποινή την σταύρωση τον ι΄ αιώνα, σημαίνει, ότι δεν είχαν καταφέρει ακόμη να εξαλείψουν τη θρησκεία και τα αρχαία έθιμα.


     3. Ελληνικά ιερά: Δήμευση υπέρ της Εκκλησίας
         «Πάντας τους τόπους, ούστινας τοις ιεροίς η πλάνη των παλαιών (= Ελλήνων) αφωσίωσε, τη ιδική ημών ουσία βουλόμεθα συνάπτεσθαι... Ταύτα δε, άτινα πολλαίς διατάξεσιν εις την προσκυνητήν εκκλησίαν εβουλήθημεν ανήκειν, η χριστιανική εκκλησία εαυτή διεκδικείτω» (παρ. 15). Έτσι άρχισε να γιγαντώνεται η εκκλησιαστική περιουσία.


     4. Προσευχή στα Ελληνικά ιερά: Ποινή δήμευσης όλης της περιουσίας και εξορία.
         «Μηδείς εν διαθέσει και ψυχή προσκυνούντος η ευχομένου τα πάλαι (=ελληνικά) κεκλεισμένα ιερά νυν θρησκευέτω· απέστω της ημετέρας γενεάς το τοις αθεμίτοις και καταράτοις ειδώλοις την προτέραν τιμήν αποδίδοσθαι, η στεφανούσθαι ασεβείς των ιερών παραστάδας, η τοις βεβήλοις βωμοίς ανάπτεσθαι πυρσούς... ως δημοσίω δικαστηρίω υπεύθυνος γεγονώς του τηλικούτου δράματος την νόμιμον υπομενέτω κατηγορίαν και ελεγχόμενος δημευέσθω πάσαν αυτού ουσίαν και εξοριζέσθω» (παρ. 17). Δήμευση περιουσίας κι εξορία σε όποιον έκανε οτιδήποτε στα «πάλαι κεκλεισμένα ιερά», όσα δηλαδή δεν είχαν ακόμη κατεδαφίσει (βλ. «Η Θαμμένη Ελλάδα»).


     5. Ελληνική τελετή σε ξένο κτήμα τελούμενη από τρίτους: Ποινή δήμευσης περιουσίας (του ιδιοκτήτη!) σωματικά βασανιστήρια (του ιδιοκτήτη του κτήματος) και ισόβια καταναγκαστικά έργα σε μεταλλείο (του ιδιοκτήτη)!
         «Όσα πολλάκις τοις της ελληνικής θρησκείας απηγορεύσαμεν, μηδείς επιχειρείτω του λοιπού ποιείν, ειδώς ως δημοσίω εγκλήματι περιπίπτει ο τούτοις τολμών επιχειρείν, επί τούτου δε βουλόμεθα τα τοιαύτα δράματα εκκόπτεσθαι, ότι, καν εν αλλοτρίω αγρώ η οίκω τι τοιούτό ποτε αμαρτηθείη, ειδότων των δεσποτών του οίκου η του κτήματος, αυτός μεν ο οίκος η το χωρίον τω ταμείω προσκυρωθήσεται (= θα δημευθή)· οι δε τούτων δεσπόται υπέρ ων όλως ειδότες συνεχώρησάν τι τοιούτο γενέσθαι, ει μεν αξία τινί η στρατεία κοσμούνται, της αξίας και της στρατείας εκπίπτουσιν, αλλά δημευθέντες τιμωρούνται· ιδιωτικής δε τύχης υπάρχοντες μετά τας του σώματος βασάνους τοις έργοις των μετάλλων διηνεκώς παραδοθήσονται» (παρ. 18). Δηλαδή κι αυτός, στην κατοχή του οποίου ήταν το μέρος, όπου είχε πραγματοποιηθεί τελετή, να καταδικάζεται σε ισόβια αναγκαστικά έργα σε ορυχεία.

          «Ζητούντες καθ' εαυτούς η παρά των επισκόπων μανθάνοντες κωλυέτωσαν οι άρχοντες τα παρά των Ελλήνων, και γενόμενα δε τιμωρείτωσαν η μη δυνάμενοι μηνυέτωσαν και προσκυρούτωσαν όσα προσώποις ελληνικοίς δεδώρηται η καταλέλειπται τοις πολιτικοίς δικαίοις· πάντων όσα κατ' αυτών η υπέρ των εκκλησιών προεισενήνεκται κυρίων όντων και εντεύθεν βεβαιουμένων» (παρ. 19).


      Ο Λέων ΣΤ΄ ο Σοφός, που εξέδωσε την ανθελληνική νομοθεσία των «Βασιλικών» ήταν γυιός του Αρμενοσλαύου αυτοκράτορα Βασιλείου Α΄ ή νόθος γυιός του Εβραϊκής καταγωγής αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (βλ. «Ούτε ένας Έλληνας Βυζαντινός αυτοκράτορας!».)  Έγραψε χρησμούς περί του μέλλοντος, προσευχές, θρησκευτικά άσματα και διάφορα άλλα παρόμοια. Αν και συγγραφέας τέτοιων «έργων» όμως, δεδομένου ότι η φιλομάθεια δεν θεωρείται προσόν για το Χριστιανισμό («μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι») του προσήψαν το προσωνύμιο «Σοφός», όχι ως επαινετικό αλλά ως κοροϊδευτικό, γεγονός που αποσιωπάται για ευνόητους λόγους- από τους σύγχρονους βυζαντινολόγους.


     6. Γιά πρώην εκχριστιανισθέντες και τώρα ελληνίζοντες: Ποινή θάνατος
         «Πάντων των επιτιμίων, όσα παρά των προβεβασιλευκότων κατά της ελληνικής ηπείληται πλάνης ή υπέρ της ορθοδόξου πίστεως εισενήνεκται, κυρίων και βεβαίων διηνεκώς όντων τε και δια της παρούσης ευσεβούς νομοθεσίας φυλαττομένων, επειδή τινες εύρηνται τη των ανοσίων και μυσαρών Ελλήνων κατεχόμενοι πλάνη κακείνα πράττοντες, άπερ εις δικαίαν οργήν κινεί τον φιλάνθρωπον θεόν, ουδέ τα περί τούτων αδιόρθωτα καταλιπείν υπέστημεν, αλλά γνόντες, ως την του αληθινού και μόνου θεού καταλιμπάνοντες προσκύνησιν ειδώλοις αλογίστω πλάνη θυσίας προσέφερον και πάσης ανοσιότητος μεστάς εορτάς επετέλουν, τους μεν ήδη ταύτα ημαρτηκότας μετά το αξιωθήναι του αγίου βαπτίσματος προς τα ελεγχθέντα αυτών αμαρτήματα εκδικήσει τη προσηκούση και ταύτα φιλανθρωπότερον υπεβάλομεν· του δε λοιπού δια του παρόντος νόμου προαγορεύομεν άπασιν, ως οι μεν γινόμενοι χριστιανοί και του αγίου και σωτηριώδους αξιούμενοι καθ' οιονδήποτε χρόνον βαπτίσματος, ει φανείεν έτι τη των Ελλήνων εμμένοντες πλάνη, τιμωρίαις εσχάταις (=ποινή θανάτου) υποβληθήσονται.

          Όσοι δε μήπω του προσκυνητού βαπτίσματος ηξιώθησαν, τούτους προσήκει καταδήλους εαυτούς ποιείν η κατά την βασιλεύουσαν ταύτην πόλιν η εν επαρχίαις διάγοντας, και προσιέναι ταις αγιωτάταις εκκλησίαις άμα γαμεταίς και παισί και παντί τω κατ' αυτούς οίκω και διδάσκεσθαι την αληθινήν των χριστιανών πίστιν, ούτω δε εκδιδαχθέντας και καθαρώς αποβαλόντας την προτέραν πλάνην αξιούσθαι του σωτηριώδους βαπτίσματος, η τούτων ολιγωρούντας ειδέναι, ως ούτε μεθέξουσί τινος των της ημετέρας πολιτείας, ούτε ουσίας κινητής η ακινήτου κύριοι είναι συγχωρηθήσονται, αλλά παντός αφαιρεθέντες πράγματος εν ενδεία καταληφθήσονται (ολοκληρωτική αφαίρεση περιουσίας) προς τω και ταις αρμοδίαις υποβληθήσονται ποιναίς.»


     7. Διδασκαλία Ελληνικών: Ποινή εξορία ή θάνατος
         «Παν δε μάθημα παρά των νοσούντων την των ανοσίων Ελλήνων μανίαν διδάσκεσθαι κωλύομεν, ώστε μη κατά τούτο προσποιείσθαι αυτούς παιδεύειν τους εις αυτούς αθλίως φοιτώντας, ταις δε αληθείαις τας των δήθεν παιδευομένων διαφθείρειν ψυχάς, αλλά μηδέν εκ του δημοσίου σιτήσεως απολαύειν αυτούς, ουκ έχοντας παρρησίαν, ουδέ εκ θείων γραμμάτων η πραγματικών, τοιούτου τινός άδειαν αυτοίς εκδικείν.

          Είτε γαρ ενταύθά τις, είτε κατά χώραν φανείη (= νοσών την των Ελλήνων μανίαν) τοιούτος ων και μη προσδραμών ταις αγιωτάταις ημών εκκλησίαις μετά των οικείων, ως είρηται, παίδων και γαμετών, ταις προδηλουμέναις υποπεσείται ποιναίς και τας μεν αυτών ουσίας εκδικήσει το δημόσιον, αυτοί δε εξορία παραδοθήσονται· ει δε τις εμφωλεύων τη ημετέρα πολιτεία θυσίας και ειδωλολατρίας αμαρτάνων αλώ, ούτος ταις εσχάταις υπαχθήσεται τιμωρίαις (=ποινή θανάτου)» (παρ. 20.)


       

     Στο Βυζάντιο ακόμα κι αυτούς που ήταν χριστιανοί, αλλά αρνούνταν την Παλαιά Διαθήκη, τους κατηγορούσαν «επί ελληνισμώ», αδίκημα για το οποίο ο βυζαντινός νόμος προέβλεπε την ποινή του θανάτου με βασανιστικό τρόπο. Οι Παυλικιανοί, που εμφανίστηκαν κι έδρασαν στη Μ. Ασία, αρνούνταν την Παλαιά Διαθήκη, την τριαδικότητα του θεού, την ιερωσύνη, το βάπτισμα και τη θεία ευχαριστία, ονόμαζαν δε «Ρωμαίους» τους ορθόδοξους Έλληνες. Επί τρεις αιώνες (ζ΄, η΄, θ΄) υπέστησαν επανειλημμένους διωγμούς από τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες. Απόηχο της δράσης τους βρίσκουμε στον Ακριτικό κύκλο, χωρίς όμως οι αναφορές, που περιέχονται στα έπη του Διγενή να επιτρέπουν ταυτίσεις και ιστορικά συμπεράσματα. Υποστηρίχτηκε ακόμη, ότι ρωσσικά ακριτικά τραγούδια, μεταφρασμένα από τα Ελληνικά, διασώζουν τον πυρήνα μιας «Παυλικιανής εποποιίας». Στην παραπάνω μικρογραφία από τη χρονογραφία του Ιωάννη Σκυλίτζη εικονίζονται σκηνές από τις εκτελέσεις και τα βασανιστήρια των Παυλικιανών.


     8. Άρνηση νηπιοβαπτισμού: Ποινή: δήμευση περιουσίας και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων.
         «Θέλει τους Έλληνας βαπτίζεσθαι και τα τέκνα αυτών χωρίς αναβολής μικρά όντα, τα δε τέλεια προδιδάσκεσθαι κατά τους κανόνας και τας γραφάς» (Νομ. Φωτ. τίτλ. α  κεφ. ε ).

          «Κακείνο δε νομοθετούμεν, ώστε και τα τούτων τέκνα μικράς ηλικίας όντα και δίχα τινός αναβολής τυγχάνειν του σωτηριώδους βαπτίσματος, ως των ήδη την ηλικίαν προβεβηκότων δεομένων του προεδρεύειν ταις αγιωτάταις εκκλησίαις κατά τους θείους κανόνας και τας θείας εκδιδάσκεσθαι γραφάς, ούτω τε γνησίας αντιλαμβάνεσθαι μετανοίας και την παλαιάν (των Ελλήνων) αποσεισαμένους πλάνην του προσκυνητού τυγχάνειν βαπτίσματος. Τούτον γαρ τον τρόπον βεβαίως αν δέξαιντο και διαφυλάξειεν την αληθινήν των ορθοδόξων πίστιν και ου πάλιν επί την παλαιάν μεταβάλοιεν πλάνην.

          Όσοι δε αν προφάσει του στρατείαν η αξίωμα η ουσίαν έχειν αυτοί μεν εσχηματισμένως προσήλθον η προσέλθουν τω σωτηριώδει βαπτίσματι, τας δε αυτών γαμετάς η παίδας η τους άλλους τους κατά τον αυτών όντας οίκον επί της Ελληνικής καταλείψαιεν πλάνης, τούτους προστάττομεν δημεύεσθαί τε και καθάπαξ μη μετέχειν της ημετέρας πολιτείας, αλλά και τιμωρίαις υποβάλλεσθαι ταις αυτών αξίαις, ως αυτόθεν όντας φανερούς, μη καθαρά πίστει του αγίου τυχείν βαπτίσματος· ταύτα τοίνυν επί τοις αλιτηρίοις Έλλησι ...δεδήλωται, νομοθετούμεν» (παρ. 20).


     9. Συγγραφή μαθηματικών έργων: Καύση των βιβλίων και εξορία του συγγραφέως
          «Οι μαθηματικοί τας οικείας βίβλους εν όψεσι των επισκόπων καιέτωσαν, ούτω τε τη ορθοδόξω θρησκεία παραδιδόσθωσαν, μηδεμίαν επανόδου προς την οικείαν πλάνην ελπίδα φυλάττοντες· μη ανεχόμενοι δε και της Ρώμης (= Κωνσταντινούπολης) αυτής και της εκάστη πόλη διαγωγής εκβληθήσονται· ει γαρ μετά ταύτα η εν πόλει φανώσι η ταις αυτών χρώμενοι διδασκαλίαις εξοριζέσθωσαν» (παρ. 21).

* * *
             Τα εξοντωτικά άρθρα κατά των Ελλήνων από την Βυζαντινή νομοθεσία όχι των πρώτων χριστιανικών, αλλά των μεταγενέστερων αιώνων, που παραθέσαμε, δεν καταργήθηκαν ποτέ και αποτελούν την πιο σύγχρονη και αναμφισβήτητη απόδειξη, ότι το Βυζάντιο ουδέποτε εξελληνίστηκε, αντιθέτως παρέμεινε μέχρι τέλους σταθερό στον ανθελληνικό ιδεολογικό του προσανατολισμό.



Σάββατο 20 Μαΐου 2017

"Μέγας" Κωνσταντίνος. Ο "άγιος δολοφόνος".


 Ο Φλάβιος Βαλέριος Κωνσταντίνος, ο Ιλλυριός είναι ο κτίστης της Κωνσταντινούπολης - Νέας Ρώμης. Ο πεθερός του Μαξιμιανός, που προσπάθησε να δολοφονήσει τον Κωνσταντίνο ενώ εκείνος κοιμόταν, συνελήφθη και λίγο καιρό αργότερα βρέθηκε απαγχονισμένος στο δωμάτιό του.

Ο Κωνσταντίνος υποστήριζε σταθερά ότι ο πεθερός του αυτοκτόνησε, ενώ ο Μαξέντιος, ο γιος του Μαξιμιανού, κατηγορούσε τον Κωνσταντίνο για το θάνατο του πατέρα του.

 Το γιο του τον σκότωσε επειδή πίστευε ότι έχει σχέση με τη μητριά του Φαύστα την οποία με συμβουλή της επίσης Αγίας Ελένης -μητέρας του- δολοφόνησε πετώντας την σε καυτό νερό στα λουτρά.

Ύστερα σκότωσε το γαμπρό του Μαξιμίνο και τον αντίπαλό του Λικίνιο που είχε καταφύγει ικέτης στη Θεσσαλονίκη. Όταν ανέσυρε το πτώμα του Μαξέντιου από τον Τίβερη, το αποκεφάλισε και το κάρφωσε σε ένα παλούκι για να το περιφέρει στους δρόμους της Ρώμης. Ο Μαξέντιος ήταν ο αδελφός της γυναίκας του Φαύστας.

Ο Λικίνιος -που ήταν γαμπρός του- νικήθηκε το 325 μ.Χ. από τον Κωνσταντίνο και το γιο του Κρίσπο. Χάρη στην κόρη του Κωνσταντία, την οποία είχε παντρέψει δεκαοκτάχρονη ακόμη με τον 45άχρονο αντίπαλό του, αρχικά χάρισε στον Λικίνιο τη ζωή του. Στη συνέχεια διέταξε την εκτέλεσή του. Μαζί με το γαμπρό του εκτέλεσε και τον εντεκάχρονο γιο του Λικινιανό.

Πέθανε το 337 και η Ρωμαϊκή Σύγκλητος τον θεοποίησε, ενώ η Εκκλησία τον ονόμασε άγιο, μέγα και ισαπόστολο. Είχε διώξει χριστιανούς -«αρειανούς»- και είχε συλήσει αρχαίους ναούς κι αγάλματα αφαιρώντας το χρυσάφι και
το ασήμι.

Η μητέρα του Κωνσταντίνου Ελένη ήταν κόρη ξενοδόχου από το Δράπανο Βιθυνίας. Παντρεύτηκε τον ερωτευμένο μαζί της Ιλλυριό αξιωματικό Κωνστάντιο Χλωρό. Μερικές πηγές την αναφέρουν ως «κοινή γυναίκα» που εργαζόταν σε πανδοχείο.

Οι αλλεπάλληλοι φόνοι -γιου, εγγονού, γαμπρού, νύφης- έγιναν με τη συμμετοχή της, αλλά εκείνη έγινε χριστιανή μετά τα εξήντα κι ασχολήθηκε με τη φιλανθρωπία χτίζοντας πτωχοκομεία, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία. Το ταξίδι της στην Παλαιστίνη, οι ανασκαφές εκεί και οι πολλές εκκλησίες που έχει χτίσει στην Κύπρο, την Πάρο και τα Ιεροσόλυμα μαζί με την ανεύρεση του Τίμιου Ξύλου την έχουν μυθοποιήσει ως ισαπόστολο και αγία.

Οι ιστορικοί διατηρούν επιφυλάξεις για την ανεύρεση του Τίμιου Σταυρού. Ο Ευσέβιος δεν αναφέρει την ανακάλυψη και ο άγιος Κύριλλος, πατριάρχης Ιεροσολύμων, περιγράφει ότι ο Τίμιος Σταυρός βρίσκεται στα Ιεροσόλυμα το 351 μ.Χ., ενώ η Αγία Ελένη πέθανε το 331 μ.Χ. και δεν αναφέρει ποιος τον βρήκε.

Οι δολοφονίες του εγγονού της του Κρίσπου, της νύφης της Φαύστας ξεχάστηκαν. Μερικοί λένε πως η μία από αυτές, της Φαύστας, έγινε κατ' εντολήν της ενώ άλλοι εξετάζουν αν ήταν τότε στη Ρώμη ή όχι. Τα κίνητρά της και η προσχώρηση του γιου της στο χριστιανισμό δεν θεωρούνται από όλους ευγενή και αθώα. Η νέα θρησκεία εξελίσσεται σε μια θρησκευτική βιομηχανία, στην οποία η Αγία Ελένη διαπρέπει ως χορηγός και όχι για την αρετή της.

Η Καθολική Εκκλησία δεν δέχεται τον δολοφόνο αυτοκράτορα ως άγιο, αλλά η Ελένη γιορτάζεται ως αγία στις 18 Αυγούστου. Η Ορθόδοξη Εκκλησία την τιμά μαζί με το γιο της στις 21 Μαΐου.

Χριστιανική Τζιχάντ

Οι «άγιοι-δολοφόνοι» είναι συνήθως αυτοκράτορες, επίσκοποι ή πατριάρχες και γυναίκες σύζυγοι ή μητέρες αυτοκρατόρων που εξαγόρασαν την αγιοποίησή τους με «υπηρεσίες» όπως δωρεές, ανέγερση εκκλησιών, ευνοϊκούς νόμους. Ο Μέγας Κωνσταντίνος είναι ένας κατά συρροήν δολοφόνος αφού σκότωσε γαμπρό, γιο, εγγονό και τη σύζυγό του μαζί με χιλιάδες θύματα στους πολέμους του. Ο Μέγας Θεοδόσιος βαρύνεται ανάμεσα σε άλλα και με τη Σφαγή του Ιππόδρομου στη Θεσσαλονίκη το 590 μ.Χ. με επτά έως δεκαπέντε χιλιάδες θύματα, όταν μεταξύ των άλλων απαγόρευσε την ομοφυλοφιλία.

Πολλές αγίες, όπως η Ειρήνη η Αθηναία, έχουν σκοτώσει ακόμα και τα παιδιά τους, αλλά έγιναν εικονίσματα. Ο Ιουστινιανός και η Θεοδώρα με μια άλλη σφαγή τριάντα πέντε χιλιάδων στη Στάση του Νίκα είναι επίσης άγιοι. Ακόμα και ο Κύριλλος, ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας της Υπατίας που κομμάτιασαν και έκαψαν «χριστιανοί παρακρατικοί» στην Αλεξάνδρεια.

Αλλοι είναι άγιοι με το σπαθί τους, όπως ο Νικηφόρος Φωκάς που έσφαζε αλλά στο όνομα του Κυρίου. Η αγιοποίηση εγκληματιών πολέμου και «βασανιστών» την εποχή του χριστιανικού «Ιερού Πολέμου» δεν γίνεται δεκτή πάντα από το πλήθος που ξεχωρίζει τους καλούς και τους... κακούς αγίους. Μάλλον κανένας δεν ασχολείται με τον Αγιο Πορφύριο ή τον Αγιο Μεθόδιο και δεκάδες άλλους αγίους της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας που δεν θα διστάσουν πολλές φορές να ξεθάψουν τα κόκαλα των αντιπάλων τους για να τα αναθεματίσουν, να τα μαστιγώσουν και να τα κάψουν.

Πηγή: ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 

Παρασκευή 19 Μαΐου 2017

Περί της δόξας του Βυζαντίου.



 Μέχρι τα τέλη του περασμένου αιώνα , που οι θύμησες ήταν ακόμα νωπές, δεν υπήρχε ιστορικός και πνευματικός άνθρωπος, που να είχε αναφερθεί κολακευτικά για την περίοδο που μόλις στα μέσα του 17ου αιώνα το γραφείο προπαγάνδας της πίστης (Congregatio de Propaganda Fide) ονόμασε σκόπιμα (1) ΒΥΖΑΝΤΙΟ.

Το λεγόμενο σήμερα Βυζάντιο ήταν μια  Θεοκρατική αυτοκρατορία και ως εκ τούτου δεσποτική και απάνθρωπα σκληρή.    Χρονικώς το Β. ταυτίζεται με τον ΜΕΣΑΙΩΝΑ  και τα ΣΚΟΤΕΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ της ανθρωπότητας.  Το Β. κατεδίωξε τα γράμματα , τις τέχνες και ταύτισε τον Ελληνισμό και την χαρά της ζωής με την αμαρτία , εκτός από συναξάρια , ευχολόγια και ύμνους τα ελάχιστα για  μια τόσο μεγάλη χρονική περίοδο γραπτά κείμενα είναι ασήμαντα σε περιεχόμενο και παιδαριώδη.

Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού παρέμεινε αγράμματο για να κερδίσει την μετά θάνατο Βασιλεία  (2). Στην ουσία αυτοί που γνώριζαν γραφή και ανάγνωση ήταν λίγοι αξιωματούχοι, για αυτό άλλωστε παρόλο που οι ιεροί κανόνες απαγόρευαν την εικονογραφία ( Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σου. Μην έχεις άλλους Θεούς πλήν εμού. Μη κάμης εις σε αυτόν είδωλον) στο τέλος καθιερώθηκε σαν το Ευαγγέλιο των αγραμμάτων . Η εικονογραφία ήταν ο μόνος τρόπος να μάθουν οι αγράμματοι υπήκοοι την ιερή ιστορία της Νέας τους Θρησκείας.

Το 300 μ.Χ υπήρχαν περισσότεροι άνθρωποι να γνωρίζουν γραφή και ανάγνωση από το 1800. Το 300 μ.Χ υπήρχαν περισσότερες βιβλιοθήκες, σχολεία και θέατρα από το 1800.

.  Ίσως η ποιο χαρακτηριστική περιγραφή  είναι αυτή του Γκαίτε που παρομοίασε την περίοδο εκείνη σαν την ατελείωτη νύχτα που έσβησε το φως της Ανθρωπότητας,  αλλά και του Βολταίρου ''.. η Βυζαντινή ιστορία είναι μια αποτρόπαιη διαδοχή γεγονότων . ''.

Τα τελευταία χρόνια που οι θύμησες έχουν εξασθενήσει (3), γίνεται μια τεράστια προσπάθεια, από διεθνή κέντρα διαμόρφωσης της κοινής γνώμης του επαναπροσδιορισμού του Βυζαντίου και της εννοιολογικής σημασίας του όρου Μεσαίωνας , σε περίοδο δόξας και λαμπρού πολιτισμού. Δηλαδή έχουμε μια συνειδητή παραχάραξη της ιστορικής πραγματικότητας.

Αποδεχόμενοι την υποτιθέμενη δόξα του Βυζαντίου επιβραβεύεται το πλέον απεχθές, το φρικτότερο έγκλημα της Παγκόσμιας Ιστορίας, σε μεθοδολογία και διάρκεια  όχι μόνο εις βάρος του ελληνισμού, αλλά και κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου.   

Παρασκευή 21 Απριλίου 2017

"Θεοδοσίου εθριάμβευσεν ο χριστιανισμός κατά του Ελληνισμου"...Το 392 μετά χριστιανικής χρονολόγισης είναι αποφράδα ημέρα για τον Ελληνισμό.



Ο αλητήριος αυτοκράτορας του Βυζαντίου Θεοδόσιος καταργεί με διάταγμά του την Ελληνική και απαγορεύει την προσέλευση σε Ελληνικους ναούς!


"Αλλ' επανέλθωμεν εις τα γεγονότα του πραγματικού βίου.Είδομεν πως ο Θεοδόσιος ο ΑΝΘΕΛΛΗΝΑΣ εξετέλεσεν εν Κωνσταντινουπόλει το κατά των αιρετικών διάταγμα αυτού.

Τα αυτά ενηργήθησαν δι' επιτρόπων του βασιλέως εις όλας τας πόλεις της ανατολής όπου ιδίως ήκμαζεν ο αρειανισμός. Ουδέ περιωρίσθη ο βασιλεύς εις το να αποδώση τοις ορθοδόξοις όλας τας εκκλησίας και όλα τα ιερά ιδρύματα και κτήματα,αλλά,δια πολλών ετέρων θεσπισμάτων,οσημέραι αυστηρότερος προς τους αιρετικούς δεικνύμενος,πρώτον μεν αφήρεσεν από αυτών άπαντα τα πολιτικά δικαιώματα,έπειτα απεστέρησεν αυτούς του δικαιώματος του διαθέτειν,τελευταίον κατεδίκασε πολλούς εις εξορίαν,επιβαλών κατά τινων μάλιστα και την του θανάτου ποινήν. Συγχρόνως εξέδωκε νόμους αυστηρούς,δι' ών αφηρείτο εκ μέσου νυν μεν τούτο,νυν δ' εκείνο του αρχαίου ελληνικού βίου και ιδίως του αρχαίου ελληνικού θρησκεύματος.


Ο Θεοδόσιος κατήργησεν εν έτει 394,δια νόμου,τον μέγαν ολυμπιακόν αγώνα,κατά την 293 Ολυμπιάδα αφ' ής ενίκησεν ο Κόροιβος' και εξέλιπεν ούτω τότε δια παντός η επιφανεστάτη εκείνη των αρχαίων ελληνικών πανηγύρεων. Ωσαύτως,επί βαρυτάταις χρηματικαίς ζημίαις και ύστερον επί ποινή θανάτου,απηγορεύθησαν αλληλοδιαδόχως αι εν ημέρα και εν νυκτί θυσίαι,αι ιεροσκοπίαι,η των ειδώλων λατρεία,η εις τους ναούς είσοδος και εν γένει πάσα δημοσία και απόρρητος τελετή του αρχαίου θρησκεύματος. Καθώς δε συνήθως συνέβαινε περί τα τοιαύτα η εκτέλεσις των νόμων τούτων υπερέβαλε πολλάκις και αυτήν αυτών την δεινήν αυστηρότητα.

 Οι κατά τας επαρχίας εξηγριωμένοι όχλοι,μη αρκούμενοι εις την κατάργησιν της λατρείας,ήθελον να καταστρέψωσι και αυτά τα οικοδομήματα εντός των οποίων αύτη ετελείτο. Αι πολιτικαί αρχαί ηναγκάζοντο να ενδώσωσιν ή έβλεπον αδιαφόρως την τοιαύτην των μνημείων εκείνων κατεδάφισιν. Τινές δε των επισκόπων και οι πλείστοι των μοναχών συνετέλουν προθυμότατα εις τον όλεθρον τούτον.
Εις μάτην διεμαρτύροντο οι εθνικοί' εις μάτην ο περιώνυμος σοφιστής Λιβάνιος,επ' ελπίδι του να συγκινήση την ψυχήν του Θεοδοσίου,περιέγραφεν υπερβολικώτερον ίσως της αληθείας τα παθηματα του αρχαίου θρησκεύματος,λέγων προς τοις άλλοις' <οι δε μελανειμονούντες ούτοι...θέουσιν εφ' ιερά,ξύλα φέροντες και λίθους και σίδηρον,οι δε,και άνευ τούτων,χείρας και πόδας...των πρώτων δε κειμένων,δρόμος επί τα δεύτερα και τρίτα' τολμάται μεν ούν καν ταις πόλεσι' το πολύ δε εν τοις αγροίς...χωρούσι τοίνυν δια των αγρών ώσπερ χείμαρροι κατασύροντες δια των ιερών τους αγρούς.

Η φωνή αυτού δεν εισηκούσθη και το έργον της καταστροφής εκηκολούθησε. Τότε ανετράπη εκ βάθρων ο εν Αλεξανδρεία περίφημος ναός του Σεράπιδος,πάλαι ποτέ οικητήριον των επιστημών,και σώζων έτι κατά τους χρόνους τούτους τινά της αρχαίας σοφίας ίχνη. Τότε κατηδαφίσθη ο εν Απαμεία περικαλλής του Διός ναός. Τότε ηφανίσθησαν πλείστα άλλα της τέχνης αριστουργήματα ιδίως εν Συρία και εν Αιγύπτω' εις την ενταύθα Ελλάδα κατ' ευτυχίαν δεν φαίνονται τα τοιαύτα γενόμενα,ίσως διότι οι εθνικοί ήσαν ενταύθα πολλοί έτι και ισχυροί,ώστε οι του νέου δόγματος οπαδοί δεν ετόλμων να επιτεθώσι κατ' αυτών τοσούτον απροκαλύπτως..

Βρέθηκε ο ομαδικός τάφος των 17.000 Ελλήνων που δολοφονήθηκαν από τον Θεοδόσιο Α΄ υπερασπίζοντας
την  Ελληνική Θρησκεία.
Έπεσαν ΥΠΕΡ ΒΩΜΩΝ ΚΑΙ ΕΣΤΙΩΝ.

Στον ανασκαφικό χώρο της Μοναστηρίου στην Θεσσαλονίκη ανακαλύφθηκε τμήμα του ομαδικού τάφου των 17.000 δολοφονημένων από τον Θεοδόσιο Α". Πρόκειται περί κοινοταφίου και όχι περί κανονικών ταφών δεδομένης της πλήρους απουσίας κτερισμάτων.

Σχετικά με το θέμα αυτό είναι χρήσιμο να δούμε τα Ιστορικά γεγονότα:

Τον Δεκέμβριο του 390 μ.χ. ο χριστιανός Γότθος στρατηγός Βοθέριχος αρχηγός της Ρωμαϊκής φρουράς της Θεσσαλονίκης, προσπαθώντας να επιβάλλει με την βία τον Χριστιανισμό στους Έλληνες κατοίκους της πόλεως, βρίσκεται αντιμέτωπος με την εξέγερση του λαού που προσπαθούσε απεγνωσμένα να διατηρήσει την Εθνική του ταυτότητά του υπερασπίζοντας την ΠΑΤΡΩΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ. Η Ρωμαϊκή φρουρά της πόλεως, που αποτελείτο από μισθοφόρους Γότθους Χριστιανούς,  στην αρχή αιφνιδιάστηκε και πολλοί αξιωματικοί και στρατιώτες σκοτώθηκαν.   «Οι Έλληνες εξεγείρονταί και σκοτώνουν πολλούς αξιωματικούς και στρατιώτες της φρουράς (εξ αυτών και τον Βοδέριχο) γράφουν οι ιστορικοί.

Ο Θεοδόσιος πληροφορείται το συμβάν και με δόλιο τρόπο, τάχα για να εξευμενίσει τα οξυμένα πνεύματα, καλεί τον λαό της πόλεως στον Ιππόδρομο, για να παρακολουθήσουν την ιπποδρομία.  Όταν έκλεισαν ερμητικά οι πύλες και ξεχύθηκαν πάνοπλοι στις κερκίδες του σταδίου οι Γότθοι μισθοφόροι του αυτοκράτορα, ήταν αργά για οποιαδήποτε διαφυγή.

Ο πανικός, οι αγωνιώδεις οιμωγές, το αίμα χιλιάδων άοπλων πολιτών που έρεε σαν ποτάμι στις κερκίδες, ήταν τα μόνα που επικρατούσαν.  Εκεί μέσα, μόνο σε τρεις ώρες, κατασφάζει με την βοήθεια των Γότθων 7.000 Έλληνες , σύμφωνα με τον ιστορικό Θεοδώρητο, ενώ κατά τον Κεδρηνό, τον Θεοφάνη και άλλους, ο αριθμός των θυμάτων ξεπερνά τις 15.000. «Τους θέρισαν όλους», γράφει ο Θεοδώρητος, «σαν καλαμιές στον θερισμό».
Λίγες τέτοιες θηριώδεις σφαγές, κατευθυνόμενες υπό οργανωμένης και θεσμοθετημένης εξουσίας κατά των ιδίων των πολιτών της, έχουν καταγραφεί στην διάρκεια της ιστορίας. Μία απ' αυτές είχαν την οδυνηρή ατυχία να βιώσουν με το αίμα τους οι Θεσσαλονικείς.

Η σφαγή της Θεσσαλονίκης θεωρείται από τους ιστορικούς το πιο αποτρόπαιο, εν ψυχρώ έγκλημα, ενός μονάρχη της αρχαιότητας. Πραγματική θηριωδία. Το πιο βδελυρό της ιστορίας. Ξεπέρασε σε αγριότητα και διαστροφή και τα πιο ειδεχθή εγκλήματα.

Ο Θεοδόσιος ενώ θα έπρεπε να κατατάσσεται στον εφιαλτικό πίνακα των πλέον κατάπτυστων αιμοβόρων μοναρχών, αναβιβάζεται από την Εκκλησία, χωρίς αιδώ, στο βάθρο του «αγίου» και «μέγα». Ο «άγιος» Αυγουστίνος τον αποκαλεί «τέλειο χριστιανό μονάρχη», ενώ ο Θεοδώρητος «Πανεύφημο βασιλέα και θεοφιλέστατο».

«Τους θέρισαν όλους! Σαν καλαμιές στον θερισμό. Μέσα σε λίγες ώρες έσφαξαν 15.000 άνδρες. γυναίκες, παιδιά γέροντες ....» γράφει ο Θεοδώρητος Κύρου στην «Εκκλησιαστική Ιστορία». 

Κυριακή 16 Απριλίου 2017

ΒΛΑΚΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ BYZANTINOKΡΑΤΙΑ ΣΤΗ ΝΕΩΤΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ.



Μια σύντομη επισκόπηση των ψυχικών εξαρτήσεων του νεοβυζαντινισμού.

     «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι» είναι μια από τις γνωστότερες διαπιστώσεις της χριστιανικής θρησκείας. Δίπλα σε άλλες εξ ίσου γνωστές, όπως «μακάριοι οι μή ιδόντες και πιστεύοντες», ή παραινέσεις όπως «πίστευε και μή ερεύνα» κ.ά.  συμβάλλει στη σύνθεση μιας ολοκληρωμένης αντίληψης περί ανθρώπου και στη δημιουργία ενός συγκεκριμένου ανθρωπότυπου.

     Ο ανθρωπότυπος αυτός χαρακτηρίζεται από την δια βίου εμμονή στην επίτευξη τής αποκλειστικά  προσωπικής του ψυχικής «σωτηρίας» (παραμένει αδιευκρίνιστο από τί, αν και έχουν περάσει δεκαεννέα αιώνες  χριστιανικής θεολογίας). Σύμφωνα με τις προηγούμενες ρήσεις, για την «σωτηρία» αυτή δεν απαιτείται καμιάς μορφής προσωπική, ή συλλογική αναζήτηση, αντιθέτως θεωρείται, ότι η τελευταία επενεργεί ανασταλτικά στην όλη προσπάθεια. Υπάρχει λοιπόν στον χριστιανισμό μια θεμελιώδης «αλήθεια» της ιδιωτείας και, άρα, μια επακόλουθη -και διακηρυγμένη- ροπή προς την βλακεία.

     Σήμερα υπάρχουν περιοχές του πλανήτη, όπου ο θεοκρατούμενος μεσαιωνικός ανθρωπότυπος έχει υποχωρήσει. Πρόκειται κατά κανόνα για τις χώρες, όπου έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Υπάρχουν όμως και πολλές περιοχές, όπου ο μεσαιωνικός  ανθρωπότυπος μέχρι πρόσφατα είχε εξωτερικά μόνον απομεσαιωνοποιηθεί. Σε αυτές, τα σημεία αναφοράς του μεσαιωνικού ανθρωπότυπου παραμένουν ίδια και απαράλλαχτα, παρά τον επιφανειακό εκσυγχρονισμό, με τον οποίο οι εν λόγω κοινωνίες έχουν επενδυθεί. Από αυτή την άποψη ο μεσαιωνικός ανθρωπότυπος έχει επιβιώσει με αξιοθαύμαστο τρόπο στην νεώτερη Ελλάδα.


Πώς μια μεσαιωνοποιημένη κοινωνία εγκλωβίζεται σε καθεστώς γενικευμένης βλακοκρατίας:

Η νεοελληνική περίπτωση

  Η μετεπαναστατική Ελληνική κοινωνία βρέθηκε ξανά αντιμέτωπη με το ίδιο περίπου  δίλημμα, που είχε βρεθεί αμέσως  προ της  τουρκοκρατίας η «βυζαντινή» πρόγονός της: να ακολουθήσει την εξορθολογιζόμενη, αναγεννημένη και δυναμικά ανερχόμενη Δυτική Ευρώπη, που επί πλέον αποτελούσε και την -πλησιέστερη- κληρονόμο του αρχαίου Ελληνικού ορθολογισμού, ή να παραμείνει προσκολλημένη σ' ένα μεσαιωνικό βυζαντινισμό και να αγκιστρωθεί πεισματικά από τον επίσημο ιδεολογικό φορέα του,  δηλαδή την Ανατολικορθόδοξη Εκκλησία; Οι όροι του διλήμματος ελάχιστα είχαν αναδιατυπωθεί από την εποχή της πτώσης της Κωνσταντινούπολης.

     Οι βυζαντινές εξουσιαστικές ομάδες, που είχαν παραδώσει το «Βυζάντιο» στους Οθωμανούς, δηλαδή οι φεουδάρχες (μετέπειτα κοτσαμπασήδες), οι διοικητικοί γραφειοκράτες (μετέπειτα «φαναριώτες») και η Ορθόδοξη Εκκλησία, είχαν αποσπάσει σαν αντάλλαγμα  το να παραμείνουν οι τοποτηρητές του νέου Οθωμανικού καθεστώτος (βλ.: ΕΚΚΛΗΣΙΑ-ΦΕΟΥΔΑΡΧΕΣ ΕΠΙ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ ΜΕΘΟΔΕΥΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ.)

     Διαρκούσης της Επανάστασης και ενώ στα μετόπισθεν οι κοτσαμπασήδες καιροσκοπούσαν και οι φαναριώτες μηχανορραφούσαν, η Ορθόδοξη Εκκλησία επιχείρησε να σύρει για άλλη μια φορά σιδηροδέσμιο το Νεοελληνικό έθνος στους Οθωμανούς, όπως είχε κάνει το 1.453. Προ αυτού του σκοπού μετήλθε κάθε  μέσου, από αφορισμούς επαναστατών (βλ.  Ο αφορισμός της Επανάστασης του 1821 από την Εκκλησία), ή της Επανάστασης εν γένει (βλ. Ο αφορισμός της Επανάστασης του 1821 από την Εκκλησία), διώξεις Διαφωτιστών διανοουμένων (βλ. H IEΡΑ ΕΞΕΤΑΣΗ TΟY ΓΡΗΓΟΡΙΟY Ε΄), καταδόσεις αγωνιστών (π.χ. των Κολοκοτρωναίων) στους Τούρκους κ.ά. (Διαβάστε επίσης και κατεβάστε δωρεάν το βιβλίο: Τα υβριστικά κατά των Ελλήνων επίσημα κείμενα της Ορθοδοξίας.)   Μετεπαναστατικά εξακολούθησε να καλεί τους απελευθερωμένους σε... επιστροφή στην Οθωμανική αυτοκρατορία, με την υπόσχεση μάλιστα πως θα εξασφάλιζε την ...; αμνήστευσή τους (βλ. Πατριάρχης θα υποκινούσε εμφύλιο στην Ελλάδα.)

     Για τον μεσαιωνισμό, πρώτη προτεραιότητα είναι η επιβίωσή του εις βάρος τής κοινωνίας.  Ενώ για μια υγιή κοινωνία η πολιτισμική ανέλιξη ταυτίζεται με τη ζωή και η στασιμότητα με τον θάνατο, για τον μεσαιωνισμό ισχύει το αντίθετο. Οι μεσαιωνικές θεοκρατίες ως κάτοχοι της απόλυτης και αμετακίνητης αλήθειας, ευνοούν την εγκαθίδρυση καθεστώτων μιας εξίσου απόλυτης και αμετακίνητης πολιτισμικής στασιμότητας. Η στασιμότητα έχει ως ζωτική προϋπόθεση τη διαιώνιση της διανοητικής καθυστέρησης και αντιστρόφως. Οι καιροί όμως είχαν αλλάξει. Το 1.828 δεν ήταν 1.453. Αλλά, αν το ποτάμι δεν γύριζε πίσω, μπορούσε πάντως να εκτραπεί. Στο μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα, ο βυζαντινός μεσαιωνισμός αντιπάλεψε με τους εκπροσώπους του νεοελληνικού Διαφωτισμού.
Η πάλη αφορούσε τον δρόμο, που θα έπαιρνε η αναγεννημένη χώρα. Θα επιδίωκε να γίνει μια σύγχρονη δυτική κοινωνία (με όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της), ή θα πισωγύριζε σε μια νεοβυζαντινού τύπου κοινωνία με κάποια επιφανειακά χαρακτηριστικά σύγχρονου κράτους; Η πάλη διεξήχθη σε πολλά πεδία: στις ακαδημαϊκές αναμετρήσεις στο Πανεπιστήμιο, στον τύπο της εποχής, στις δικαστικές αίθουσες με τις διώξεις υποστηρικτών του διαφωτιστικού πνεύματος αλλά, πάνω απ' όλα στο χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και στη δεισιδαιμονία του πρόσφατα απελευθερωμένου (ή «απελευθερωμένου») λαού (βλ. Η χαμένη μάχη του νεοελληνικού Διαφωτισμού (1828-1870) ΠΩΣ ΠΑΡΑΜΕΙΝΑΜΕ ΦΑΣΚΙΩΜΕΝΟΙ ΣΤΗ «ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΜΟΥΜΙΑ».)

     Παράλληλα, στη δεκαετία του 1.830, έχουμε και τη δημιουργία του παρακράτους, το οποίο στήθηκε με τη συνεργασία εκκλησίας και «ομόθρησκων» τσαρικών πρακτόρων (βλ.: Το παραμύθι Τρομοκρατία),  και  το οποίο, σαν γάγγραινα, εισέδυσε βαθμιαία στο «επίσημο» κράτος, σε βαθμό που να μην διακρίνονται πλέον το ένα από το άλλο.

     Όπως και το 1.453, έτσι και γύρω στο 1.870, είχε επικρατήσει ξανά το  δεύτερο σενάριο. Η πορεία προς τον εκσυγχρονισμό και την αποβυζαντινοποίηση της Ελληνικής κοινωνίας είχε εγκαταλειφθεί. Το «επίσημο» κράτος είχε αλωθεί από το μεσαιωνικό (νεοβυζαντινό) παρακράτος. Παντού, σχεδόν, είχαν προωθηθεί «ημέτεροι», προσκείμενοι στους κοτσαμπασήδες και  στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Η πνευματική κίνηση ελεγχόταν άμεσα από την τελευταία. Το οξύμωρο και ανιστόρητο μιας ελληνοχριστιανικής πολιτισμικής και ιστορικής ζεύξης, προβλήθηκε και εδραιώθηκε ως επίσημη εθνική ιδεολογία. Τα ήθη ξαναμύρισαν έντονα «Βυζάντιο». Όλη η δημόσια ζωή, «επίσημη» και «ανεπίσημη», άρχισε έκτοτε να (ξανα)περιστρέφεται, σε μικρότερο, ή μεγαλύτερο βαθμό, γύρω από την πανταχού παρούσα και  κρατικοδίαιτη Εκκλησία αλλά και από τους κοτσαμπασήδες και πολιτικάντηδες (πρώην «φαναριώτες») που την «σιγοντάρουν», έχοντας εμπιστευθεί τα συμφέροντά τους στον χειραγωγητικό κοινωνικό της ρόλο.

     Οι δύο τελευταίες εξουσιαστικές ομάδες μετασχηματίστηκαν ιστορικώς για άλλη μια φορά στο «ελεύθερο» νεοελληνικό κράτος: οι χαμερπείς πρώην φαναριώτες αποτέλεσαν την πρώτη ύλη των -εξίσου χαμερπών- νεοελλήνων πολιτικάντηδων (ανθρώπων με την αξιομνημόνευτη ικανότητα να φλυαρούν επί ώρες, χωρίς ωστόσο να λένε απολύτως τίποτα), ενώ οι πρώην βυζαντινοί φεουδάρχες και κοτσαμπασήδες της Τουρκοκρατίας μετασχηματίστηκαν σε μια ψευδοαστική τάξη εικονικών επιχειρηματιών και κατά φαντασίαν «βιομηχάνων», με πανομοιότυπη  φεουδαρχική νοοτροπία και οικονομική συμπεριφορά (γνωστότερες -αλλά όχι μοναδικές- δραστηριότητες των οποίων αποτελούν η φοροδιαφυγή, το ξέπλυμα χρήματος).

     Η ρωμαίικη παθογένεια αντικατοπτρίζεται στον  πίνακα του Δ.Α. Μακρή με θέμα τη λιτανεία των κατοίκων για τη γιορτή του αγίου Σπυρίδωνος στην Κέρκυρα (Μουσείο Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας). Τεμάχιο πτώματος, το οποίο υποστηρίζεται, ότι είναι του αγίου Σπυρίδωνος, μεταφέρθηκε το 1.520 (12 αιώνες μετά!) από την Κωνσταντινούπολη, δόθηκε προίκα σε Κερκυραίο ευγενή κι αυτός το παρέδωσε στην Εκκλησία. Έκτοτε, τέσσερις φορές το χρόνο το θεωρούμενο ως θαυματουργό τεμάχιο του πτώματος το περιφέρουν με όλες τις δέουσες τιμές στους δρόμους της πόλης.

     Η πολιτική ζωή, η σχολική εκπαίδευση, η εθνική οικονομία κ.λπ. έχουν την σφραγίδα του βυζαντινισμού και τής, άλλοτε κρυφής κι άλλοτε φανερής, παρέμβασης των ιδεολογικών, οικονομικών και πολιτικών φορέων του.  Ακόμα και στους ελάχιστους τομείς της ζωής, όπου ενδεχομένως οι φορείς αυτοί δεν έχουν επεκταθεί, τα βυζαντινά ήθη έχουν επικρατήσει εξ αντανακλάσεως. Ένα τέτοιο κοινωνικό και πολιτικό σύστημα, το οποίο  στηρίζει -και στηρίζεται από- μια μεσαιωνική κοσμοαντίληψη, η οποία έχει επιβάλλει παντού τους δικούς της συσχετισμούς δυνάμεων, δεν μπορεί παρά να είναι οπισθοδρομικό, μεσαιωνικό, «βυζαντινό».  Δεν μπορεί να γίνει σύγχρονο, παρά μόνο στον βαθμό και στα σημεία, όπου ένας ενδεχόμενος εκσυγχρονισμός εξυπηρετεί ίσως και τη (νεο)βυζαντινή εξουσία.

     Σήμερα έπειτα από ενάμισυ σχεδόν αιώνα κυριαρχίας του, ο βυζαντινισμός έχει κατανοήσει ότι, η παρουσία του και οι επεμβάσεις του δεν χρειάζεται να είναι πλέον προκλητικά ορατές και άμεσες, αφού εδώ και πολλές δεκαετίες έχει εγκαταστήσει επιδέξια στην κρατική μηχανή τον δικό του «αυτόματο πιλότο». Υπ' αυτή την έννοια η Ελλάδα δίνει την εντύπωση μιας καθ' όλα Δυτικής κοινωνίας. Είναι όμως;

     Ένα τέτοιο σύστημα δεν μπορεί, παρά να προωθεί τους -πάντοτε εύκολα χειραγωγήσιμους-  φελλούς στα πολιτειακά αξιώματα, να τοποθετεί «ημετέρους» σε θέσεις- κλειδιά του κρατικού μηχανισμού, να προβάλλει εντέχνως παντοειδή (οικονομικά και άλλα) προσκόμματα στην επιστημονική έρευνα, να στραγγαλίζει κάθε δημιουργική δύναμη αυτής της χώρας εν τη αναδύσει  της.

     Εκατομμύρια Έλληνες έχουν μεταναστεύσει εδώ και πάνω από εκατό χρόνια σε ανεπτυγμένες σήμερα χώρες. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν ανεπιθύμητοι στην πατρίδα τους γιατί, η τελευταία ήταν δήθεν «φτωχή» και δεν μπορούσε να τους προσφέρει ευκαιρίες. Στην πραγματικότητα η οικονομική δυσπραγία της «Ψωροκώσταινας» οφείλεται στην νεοβυζαντινή και βαθύτατα φεουδαρχούμενη οικονομική της συγκρότηση, παρά το εκσυγχρονιστικό επίχρισμα («μόστρα»), με το οποίο η τελευταία περιβάλλεται: «χρηματιστήριο», «επενδύσεις», «μάνατζερς», «εμβριθείς» οικονομικές αναλύσεις,  είναι η σοβαροφανής πρόσοψη μιας εθνικής οικονομικής ζωής, η οποία, κατά φεουδαρχικότατο τρόπο, ελέγχεται από μερικές οικογένειες.

     Η Ελληνική κοινωνία είναι, κατά πλήρως βυζαντινό τρόπο, μια two-classes society, στην οποία η μεσαία τάξη είναι από κάθε άποψη εξουδετερωμένη, αφού επιβιώνει υπό συνεχή κοινωνικοοικονομικό διωγμό και διαρκή κίνδυνο σύνθλιψης. Η δε κατώτερη τάξη είναι μεσαιωνικότατα αφημένη στην τύχη της (στην πραγματικότητα, αν οριοθετηθεί με τα κριτήρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης,  είναι αποκαρδιωτικά μεγαλύτερη απ΄ όσο την παρουσιάζουν τα παντελώς αναξιόπιστα και «μαγειρεμένα» επίσημα στοιχεία του νεοβυζαντινού κρατιδίου. Π.χ. σύμφωνα με στοιχεία της «Ναυτεμπορικής», 17/10/2007, στην Ελλάδα ένα τετραμελές νοικοκυριό θεωρείται, ότι βρίσκεται εντός των ορίων της φτώχειας όταν το ετήσιο εισόδημά του δεν υπερβαίνει τα ...; 8.955 ¬, έναντι 19.855 ¬ στη Γερμανία και 17.469 ¬ στην Ευρώπη των 15!).

     Οι  Έλληνες μετανάστες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, διακρίθηκαν ακριβώς επειδή βρέθηκαν σε ένα ευνοϊκό, για την ευφυϊα τους και τις ικανότητές τους, περιβάλλον. Ενώ στην  Ελλάδα παρατηρείται μια απαξίωση π.χ. της μόρφωσης και των μορφωμένων αλλά και των απλώς ικανών. Είναι γνωστό, ότι αν κάποιος επιχειρήσει να πορευθεί σε αυτή τη χώρα βασιζόμενος αποκλειστικά στα διανοητικά του προσόντα, χωρίς κομματικά ή εκκλησιαστικά «διαπιστευτήρια» (όπως δηλαδή γίνεται σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο εδώ και, τουλάχιστον, τριακόσια χρόνια), θεωρείται αφελής και «καμμένο χαρτί»: πολύ γρήγορα βρίσκεται υποχρεωμένος είτε να ακολουθήσει μια σισύφεια -και συχνά μοναχική- πορεία ζωής, είτε να φύγει στο εξωτερικό. Υψηλοτάτου επιπέδου και παγκοσμίου φήμης  Έλληνες επιστήμονες αναγκάζονται να προσφέρουν τη διάνοιά τους σε άλλες χώρες, γιατί εδώ στην «πατρίδα» τους -ως φύσει και δυνάμει εχθροί της βλακοκρατίας- θεωρούνται άχρηστοι και επικίνδυνοι: «Η απλή παρουσία του ευφυούς ανθρώπου είναι κατά κανόνα, δια τον βλάκα, εις το έπακρον προκλητική.» (Ευάγγελος Λεμπέσης, «Η τεραστία κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω», Αθήνα 1941, επανέκδοση: Οι εκδόσεις των φίλων, Αθήνα, 1999).


Ο Νεοέλληνας παραμένει εσωστρεφής και «βυζαντινός».

  Στη σημερινή Ελλάδα υπάρχει αντιθέτως άφθονος χώρος για τους εχθρούς της ευφυΐας.  Παντός είδους συμπλεγματικοί ανίκανοι,  κουτοπόνηροι και φιλύποπτοι αναπαράγουν -και αναπαράγονται μέσα από- ένα βυζαντινότροπο και πλήρως αποδεκτό κοινωνικά, εθιμικό δίκαιο «κλίκας». «Ο συνασπισμός των βλακών ενταύθα είναι μηχανική οργάνωσις βάσει της αρχής της "ελαχίστης προσπαθείας" προς αντιμετώπισην ισχυροτέρας δυνάμεως. Η οργάνωσις αύτη περιορισμένης εκτάσεως καλείται κοινωνιολογικώς κλίκα (clique). Η έμφυτος τάσις του βλακός, εξικνούμενη συχνότατα εις αληθήν μανίαν όπως ανήκη εις ισχυράς και όσον το δυνατόν περισσοτέρας πάσης φύσεως οργανώσεις, εξηγείται πρώτον μεν εκ της ευκολίας αγελοποιήσεως, εις ην μονίμως υπόκειται, λόγω ελλείψεως ατομικότητος (εξ ού και το μίσος του κατά του ατόμου και του ατομικισμού) [ ...;]
Αποτελεί δε η τάσις αύτη αμάχητον τεκμήριον περί του βαθμού της πνευματικής του αναπηρίας. Τοιουτοτρόπως δημιουργείται αυτόματος συρροή βλακών εις τας πάσης φύσεως οργανώσεις, αίτινες, εάν μεν είναι συμφεροντολογικαί, διατηρούν τουλάχιστον την σοβαρότητα των συμφερόντων των, εάν όμως είναι «πνευματικαί» περιέρχονται συν τω χρόνω εις πλήρην βλακοκρατίαν  [ ...;]
Επόμενον είναι, κατόπιν τούτων, ότι όπως η λεγεών των βλακών ωθείται ακατανικήτως προς την αγέλην και προς τας πάσης φύσεως οργανώσεις, ούτω υφίσταται ακατανίκητον έλξιν από τας παντός είδους αγελαίας αντιατομικάς και ομαδιστικάς θεωρίας» [ ...;]
«Τούτων δεδομένων εξηγείται και η ατελεύτητος και αυστηροτάτη επιλογή βλακών εις τα ομαδικά συστήματα, η οποία, τη βοηθεία μιας πολιτικής βίας, κατοχυρούται και ως πολιτικόν και κοινωνικόν καθεστώς (4η Αυγούστου), τόσω μάλλον, όσω η ελευθερία της σκέψεως (χρήσιμος μόνον εις εκείνους, οίτινες διαθέτουν σκέψιν), είναι μονίμως και εξόχως αντιπαθητική εις τους βλάκας, διότι ασκουμένη υπό των άλλων, στρέφεται εναντίον των, ιδία οσάκις ούτοι κατέχουν εξουσιαστικάς θέσεις, ή έχουν συνδέση συμφέροντα με τους κατέχοντες αυτάς»(Ε. Λεμπέσης, «Η τεραστία κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω».)  Κλίκες  οικονομικές, κομματικές, κ.ά. αποτελούν, ως γνωστόν,  την μάστιγα της χώρας.


Μέσα από τις στήλες της σατιρικής εβδομαδιαίας εφημερίδας «Ασμοδαίος» ο Εμμ. Ροΐδης ασκούσε κριτική στην παθογένεια της «Ψωροκώσταινας» (θεοκρατία, πολιτικά πάθη, οικονομική δυσπραγία κ.τ.λ.). Εξ αιτίας της σφοδρής αντίδρασης του πολιτικοθρησκευτικού κατεστημένου μετά από 78 φύλλα η εφημερίδα υποχρεώθηκε σε αναστολή της έκδοσής της. Ξανάνοιξε μετά από τέσσερα χρόνια, αλλά οι αντιδράσεις συνεχίσθηκαν, οπότε ο εκδότης της Θέμος Άννινος προτίμησε την οριστική διακοπή της κυκλοφορίας της αντί του συμβιβασμού.


     Το πόσο συχνά επισκέπτεται ο σημερινός Έλληνας το ναό της ενορίας του, ή άλλον, το εάν τηρεί ολόκληρη την προ του Πάσχα  σαρανταήμερη νηστεία, το εάν συμμορφώνεται με την σαφέστατη χριστιανική απαγόρευση περί προγαμιαίων σεξουαλικών σχέσεων, δεν έχει απολύτως καμμία σημασία. Πρόκειται απλώς για την «φονταμενταλιστική» επιφάνεια του ζητήματος. Επί της ουσίας, ο φιλοτομαρισμός της προσωπικής «σωτηρίας» έχει δώσει τη θέση του σε αυτόν της προσωπικής ...; ησυχίας. Ο νεοέλληνας θέλει «να τον αφήνουν στην ησυχία του», «να μην του χαλάνε την ησυχία του». Μπορεί, μπροστά στα μάτια του, να ετοιμάζονται να αδικήσουν (υπονομεύσουν, παγιδεύσουν, «ρουφιανέψουν» κλπ.) τον διπλανόν του αλλά, αυτός δεν θέλει να  «ανακατευτεί», δεν θέλει να  «μπλέξει», δεν θέλει «να βρει τον μπελά του». Αν όμως αύριο αδικήσουν τον ίδιο, θα καταριέται την «τύχη» του, θα κλαψουρίζει, ότι «κανείς δεν βρέθηκε να τον βοηθήσει» και, ότι τον «πούλησαν αυτοί που του όφειλαν».

     Ανασφαλής, υποπτεύεται προκαταβολικά τους πάντες, ακόμα και την σκιά του και γι' αυτό δεν θα απαντήσει με ειλικρίνεια ούτε καν σε απλές αναγνωριστικές ερωτήσεις.  Γιατί «δεν ξέρει από πού μπορεί να του τη φέρουν», πιστεύει, ότι «από παντού μπορεί να του  'ρθει» και θεωρεί, ότι «καλό είναι να φυλάγεται κανείς». Αν όμως ανακαλύψει, ότι ούτε οι άλλοι του είπαν όλη την αλήθεια για αυτούς, θα τους αποκαλέσει καχύποπτους και αναξιόπιστους. «Ο βλάξ, ως πλησιέστερος προς το ζωικόν βασίλειον, έχει την ένστικτον καχυποψίαν ούτω ανεπτυγμένην, ώστε ν' αδυνατή να διαγνώση, ή να εννοήση συλλογισμούς και λογικούς υπολογισμούς του ευφυούς, βασιζομένους όχι εις το ένστικτον αλλά εις την διάνοιαν. Άοπλος και ανυπεράσπιστος έναντι των ψυχρών υπολογισμών της ξένης διανοίας, ής ο μηχανισμός τυγχάνει εις αυτόν νοητικώς απροσπέλαστος, μιαν μόνην άμυναν διαθέτει, ακριβώς όπως το ζώον και ο πρωτόγονος άνθρωπος: την ένστικτον καχυποψίαν (ούτω εξηγείται και η φυσική και πνευματική κατωτερότης των λαών, οίτινες εμπνέονται βασικώς υπό της καχυποψίας -ήν αυταρέσκως εκλαμβάνουν ως «ευφυίαν»- έναντι των ευρωπαίων [σ.σ. τους υποτιμητικώς αναφερόμενους και ως «κουτόφραγκους»] οίτινες ουδεμίαν ανάγκην έχουν αυτής, ως αντιλαμβανόμενοι νοητικώς τον κόσμον. Εκ τούτων επίσης φαίνεται σαφώς, ότι η καχυποψία και η απότοκος αυτής πονηρία είναι ακριβώς το αντίθετον της ευφυίας»(«Η τεραστία κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω»).

     Κρυψίνους, δεν θα πει ποτέ ξεκάθαρα τι θέλει, ή τί προσδοκά, αλλά θα κάνει ένα σωρό πλάγιες ερωτήσεις (θα «ψαρέψει») προκειμένου να πάρει τις πληροφορίες, που θα του φανούν χρήσιμες για τις -συνήθως συμφεροντολογικές- επιδιώξεις του.

     Κομπλεξικός, με ανύπαρκτη αυτοεκτίμηση, αλλά και ύπουλος, θα γλύψει, θα λυγίσει τη μέση του, θα «καρφώσει», θα μηχανορραφήσει κ.λπ. προκειμένου να υποσκελίσει ικανότερούς του και να πάρει μια θεσούλα έστω και ελάχιστης εξουσίας, ώστε να εκτονώνει σε υφισταμένους, ή άσχετους, το απωθημένο «νταηλίκι» του.

     Αξιοθρήνητο έρμαιο, δείχνει προς όσους του «τάζουν» -πολιτικούς κ.ά.- μια ευπιστία δυσανάλογα μεγάλη, σε σχέση με την καθημερινή κουτοπονηριά, που επιφυλάσσει για τους «κοινούς θνητούς» (είτε για να τους βάλει μια οικονομική τρικλοποδιά -π.χ. να τους γελάσει στο «ζύγι»- είτε για να τους κλέψει μια θέση στάθμευσης).

     Κακομαθημένος και αντικοινωνικός, δεν έχει καμία αίσθηση της έννοιας του κοινόχρηστου χώρου και θα ανάψει το τσιγαράκι του ακριβώς κάτω από την πινακίδα με την ευγενικά διατυπωμένη απαγόρευση (προφανώς εκλαμβάνει όχι μόνο την ελευθερία ως ασυδοσία, αλλά και  την ευγένεια  ως ένδειξη αδυναμίας ...; ). Το ίδιο αντικοινωνικός, θα οδηγεί συχνά σαν κοινός δολοφόνος, πληρώνοντας έναν από τους παγκοσμίως μεγαλύτερους «τροχαίους  φόρους» αίματος.

      Παντελώς ασήμαντος ως προσωπικότητα, θα ζήσει μια ετοιματζίδικη ζωή, όπως την εννοεί το κοπάδι κι όχι όπως ίσως θα την ήθελε αυτός, αν έψαχνε -λίγο- μόνος  του. Θα φτάσει ακόμα και να δανειστεί, για να τη γεμίσει με έναν σωρό αντικείμενα επίδειξης. Τον απασχολεί «να δείξει στη γειτονιά» και όχι η ουσία και οι πραγματικές ανάγκες  του.

     Καυχάται για την ομορφιά, όχι τη δική του αλλά ...; της χώρας του, ενώ ρυπαίνει τους δρόμους της, τις εξοχές της, τις θάλασσές της κ.λπ.. Γνήσιος ιδιώτης (idiot), θα προσπαθήσει να φτιάξει ένα νεόπλουτο και  εξωφρενικά κακόγουστο («κιτς») σπίτι, αδιαφορώντας για το ότι κατά τα άλλα, ζει σε μια  από τις  πιο βρώμικες και περιβαλλοντικά υποβαθμισμένες χώρες του πλανήτη.

     Ανεξαρτήτως κομματικής προτίμησης, θα επιλέξει ως ακρογωνιαίο λίθο της ύπαρξής του το τρίπτυχο «θρησκεία-πατρίδα-οικογένεια». Σαν θρησκεία εννοεί φυσικά την Ορθοδοξία, την οποία (ακόμα κι αν είναι «προοδευτικός»), θεωρεί πολύτιμο προστατευτέο κομμάτι τής «παράδοσης», τού «έθνους» και τού «λαού». Η αντίληψή  του περί πατρίδας πηγάζει είτε από το γήπεδο, όπου παραληρεί, ή καταποντίζεται «εθνικά» αναλόγως με τις επιδόσεις των εθνικών ομάδων (ή των αθλητικών Α.Ε. που «εκπροσωπούν» τη χώρα στις διάφορες διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις), είτε από το προπαγανδιστικό και γραφικό φολκλόρ, που διδάχθηκε στο σχολικό μάθημα της «ιστορίας». (Για την αυθεντική περί πατρίδας αντίληψη, όπως την αντιλαμβάνονταν οι αρχαίοι Έλληνες βλ.: «Η αθλιότητα της ιδεολογικοποίησης του πολέμου».)

     Και σαν οικογένεια θεωρεί αυτό το ευνουχιστικό φυτώριο μαζικής παραγωγής ανεύθυνων υπάρξεων, που μένουν προσκολλημένες στους γονείς τους, τουλάχιστον, μέχρι να παντρευτούν -αλλά και πολύ μετά. (Ειδικά το ζήτημα με την Ελληνική οικογένεια είναι πολύ πιο περίπλοκο από όσο αρχικά δείχνει, αφού η νεοελληνική οικογένεια λειτουργεί σαν δεκανίκι μιας μεσαιωνικής οικονομίας: στον δυτικό κόσμο το άτομο άμα τη ενηλικιώσει του φεύγει από το πατρικό σπίτι και αναλαμβάνει την ευθύνη της ζωής του, ενώ στην Ελλάδα το να δοκιμάσει να πετάξει με τα δικά του φτερά ένας εικοσάχρονος ερμηνεύεται ως μια σπάνια ψυχική ανωμαλία, ή ως ότι τον έδιωξε η οικογένειά του από το σπίτι γιατί ...; δεν τον αγαπούσε. Αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα, π.χ. ο Γερμανός- Γερμανίδα, ή ο Αμερικανός- Αμερικανίδα στα είκοσι πέντε τους να είναι ψυχικά και οικονομικά  πανέτοιμοι, ώστε να αναλάβουν όλες τις θεωρούμενες ως ευθύνες της ώριμης ζωής, ενώ ο νεοέλληνας - νεοελληνίδα στην ίδια, ή και σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία είναι βουτυρόπαιδα, που μένουν με την μαμά τους και τον μπαμπά τους και που δουλεύουν -αν δουλεύουν- απλώς για το «χαρτζηλίκι» τους. Φυσικά με τέτοιου είδους ανατροφή δεν είναι δυνατόν να διαπαιδαγωγηθούν πολίτες, οι οποίοι θα διεκδικήσουν δυναμικά από τους εργοδότες τους και από την κοινωνία, την αξιοπρέπεια που δικαιούνται).

     Νομίζει ότι, είναι κοινωνικός αλλά, δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένας  κενότατος δημοσιοσχεσίτης, συμφεροντολόγος και κόλακας. Ή ένας «πελάτης» κάποιου σύγχρονου νεοφαναριώτη πολιτικάντη.

     Διεφθαρμένος, θα τα βάλει υποκριτικά με τους νεοφαναριώτες πολιτικούς, τους νεοκοτσαμπασήδες «επιχειρηματίες» και την Εκκλησία, που διαπλέκονται, «ξεπλένουν», «τζογάρουν» και «μιζάρουν» το δημόσιο χρήμα αλλά, ενδόμυχα  συγχαίρει τους «μάγκες» και πονάει: πονάει πολύ που δεν είναι αυτός στη θέση τους για να κάνει τα ίδια.

     Θα αγανακτήσει για την βυζαντινή αναξιοκρατία και αναποτελεσματικότητα του  δημόσιου τομέα αλλά, θα τις διαιωνίσει χρησιμοποιώντας κάθε «μέσο» και «βύσμα», που διαθέτει για να «βολέψει» σε κάποια  δημοσιοϋπαλληλική καρέκλα το ατάλαντο βλαστάρι του (φράζοντας εκ προθέσεως τον δρόμο σε κάποιον πραγματικά άξιο, που λόγω της επίγνωσης των ικανοτήτων του και της συνακόλουθης αυτοεκτίμησής του, δεν θέλει να φιλήσει «κατουρημένες ποδιές» για να επιβιώσει).

     Υποκριτής, θα διαρρήξει τα ιμάτιά του σχετικά με τους διαδηλωτές, που «βεβηλώνουν» το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, αλλά θα κάνει βουβή «γαργάρα» το ότι τα οστά από τους τάφους των Σαλαμινομάχων ξεθάβονται και πετιούνται στα σκυλιά, για να οικοπεδοποιηθεί η αρχαιολογική περιοχή (και, ίσως, για να πάρει κι αυτός κανένα παραθαλάσσιο «φιλετάκι»). Θα καταπατήσει χαρακτηρισμένες δασικές περιοχές, ή θα φράξει την πρόσβαση στον αιγιαλό για να χτίσει και παράλληλα θα προκαλεί θρασύτατα διαμαρτυρόμενος, ότι τον «παρεξήγησαν» κι ότι απέκτησε νόμιμα τους συγκεκριμένους χώρους. Εξ ίσου υποκριτής θα εξανίσταται κατά των «κουκουλοφόρων» διαδηλωτών, ενώ θα προσποιηθεί πως δεν βλέπει το κουκουλοφόρο κράτος του, το οποίο κουκουλώνει (παραγράφει κλπ) τα σκάνδαλα των αξιωματούχων του, όπως η γάτα τα κόπρανά της.

     Ξανά υποκριτής, θα «καταδικάσει» την βία, δήθεν «από όπου κι αν προέρχεται», αλλά θα μεροληπτεί κατά της αμυντικής βίας των νέων, προσπερνώντας αδιάφορα την γενεσιουργό εξουσιαστική βία (βλ. τις πανελλαδικές μαθητικές ταραχές του Δεκεμβρίου 2008. Διαβάστε: Ο δεκαεξάρης μέσα μου).

     Για πολλοστή φορά υποκριτής, θα συναινέσει στην κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου (ό,τι κι αν σημαίνει αυτή η ταλαιπωρημένη έννοια) αλλά θα προσπεράσει σφυρίζοντας αδιάφορα την βουλευτική ασυλία των διεφθαρμένων πολιτικάντηδών του (στην πραγματικότητα εγκληματιών του κοινού ποινικού δικαίου).

     Μηδενικό τού Σήμερα,  κομπορρημονεί για το θεωρούμενο ως προγονικό παρελθόν του, ασχέτως αν συχνότατα δεν έχει περάσει ούτε απ' έξω από έναν αρχαιολογικό χώρο.

     Ανεύθυνος, αν στριμωχτεί λίγο, σχετικά με την πολιτισμική υπανάπτυξη της χώρας του, θα επικαλεστεί τους τέσσερεις αιώνες της Τουρκοκρατίας («ξεχνώντας» τους τελευταίους δύο αιώνες ελευθερίας), τους Εβραίους, τον αμερικανικό «δάκτυλο», κι αν στριμωχτεί λίγο ακόμα, μπορεί να ξεσπάσει λάβρος επάνω σε όλους τους «καταραμένους δυτικούς», που «πάντα ήθελαν το κακό της Ελλάδας» και πάντα τής έστηναν δήθεν παγίδες (κλασσικό δυτικόφοβο βυζαντινορθόδοξο επιχείρημα και σύμπτωμα της πάθησης που ονομάζεται «μανία καταδίωξης»). Οι ίδιοι οι Έλληνες δεν φταίνε ποτέ σε τίποτα για την κατάστασή τους. Πάντα φταίνε οι άλλοι. Την ανευθυνότητα αυτή την έχει αναγάγει όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε ατομικό άλλοθι. Γι' αυτό, «έτσι που μάς καταντήσανε» και  αφού π.χ. «όλοι γλείφουν», «κορόϊδο είναι αυτός;» για να μήν κάνει το ίδιο; Στο κάτω-κάτω, «ωχ, αδερφέ!» και «δεν βαριέσαι καημένε ...;»,  «εμείς θα σώσουμε τον κόσμο;».

Σε κάποιον, που θαύμαζε τα αναθήματα στη Σαμοθράκη, είπε ο Διογένης: «Πολλώ αν είη πλείω ει και οι μη σωθέντες ανετίθεσαν», δηλαδή θα ήταν πολύ περισσότερα, αν και εκείνοι που δεν είχαν σωθεί είχαν κάνει αφιερώσεις. (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων», VI 59.) Στην φωτογραφία εικονίζονται αναθήματα σε εικόνισμα χριστιανικού ναού. Η νοοτροπία και η συμπεριφορά της άβουλης και απρόσωπης μάζας παραμένουν διαχρονικά ίδιες κι απαράλλακτες.

  Οι παραπάνω ιδιότητες δεν είναι απαραίτητο να συγκεντρώνονται όλες ταυτόχρονα σε κάθε μεμονωμένο κάτοικο αυτής της χώρας. Καθένας μπορεί να συγκεντρώνει μόνο κάποιες εξ αυτών. Αλλά ακόμα κι έτσι, το κοινωνικό σύνολο παρουσιάζει μια αρκετά σαφή βυζαντινότροπη εικόνα και, φυσικά, αναπαράγει δια της «αλληλοσυμπλήρωσης» των μελών του την ανάλογη κουλτούρα και τα ανάλογα ήθη.

     Υπάρχει ωστόσο μία, τουλάχιστον, κατηγορία του Ελληνικού πληθυσμού, που έχει κατορθώσει να συγκεντρώνει και να συνδυάζει επωφελώς σχεδόν όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά: πρόκειται για τους αποκαλούμενους «δημόσιους» άνδρες και γυναίκες. Αλλά, βέβαια, εδώ έχουμε μια επιβεβαίωση της ρήσης «οι λαοί έχουν τους ηγέτες, που τους ταιριάζουν». Η εις βάρος της κοινωνίας παρασιτική σταδιοδρόμηση των νεοελλήνων πολιτικάντηδων έχει σκιαγραφηθεί αριστοτεχνικά από ανθρώπους κατά πολύ ευφραδέστερους τού γράφοντος: «Αι θέσεις τας οποίας λαμβάνουν [σ.σ. οι βλάκες] είναι τοιαύται, ώστε η ανεπάρκειά των ή να είναι πλεονεκτική ή να είναι ανεκτή, ουδέποτε όμως θέσεις απαιτούσαι πραγματικά προσόντα [ ...;] Ούτω λ.χ. πολλοί εξ αυτών κατέλαβον διαδοχικώς πλείστα αξιώματα της κοινωνίας και της πολιτείας, από του Προέδρου της Δημοκρατίας, μέχρι του «Προέδρου του Συλλόγου Προστασίας Εγγύων Μυών», του «Γενικού Γραμματέως της Γενικής Συνομοσπονδίας Πωλητών Ποντικοπαγίδων» κ.ο.κ. αξιώματα βεβαίως τα οποία ουδέποτε θα επιδιώξει σοβαρώς απασχολούμενος άνθρωπος»  (Ευάγγελος Λεμπέσης, «Η τεραστία κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω»).

     Η σημερινή Ελλάδα διοικείται από άτομα του κοινωνικού περιθωρίου, αφού στη συντριπτική πλειοψηφία τους δεν έχουν εργαστεί ποτέ. Οι άχρηστοι και οι τεμπέληδες έχουν άποψη και αποφασίζουν για την τύχη, όχι μόνο των ομοίων τους, αλλά και των ικανών και δημιουργικών. Η βλακοκρατία όχι μόνο ζει, αλλά και βασιλεύει.


Ένα ηθικό δίδαγμα

  «Η ηθική τέλος σχέσις μεταξύ βλακός και επιτηδείου ή απατεώνος είναι απροσδοκήτως διάφορος της ήν εκλαμβάνει συνήθως η «κοινή γνώμη». Ο συνήθης κοινωνικός άνθρωπος θεωρεί τον επιτήδειον και τον απατεώνα ως ανηθίκους μεν, αλλ' ως υποδιαιρέσεις του ευφυούς. Όλως το αντίθετον όμως συμβαίνει: ο επιτήδειος και ο απατεών είναι ακριβώς υποδιαιρέσεις του βλακός [ ...;]. Από της διαπιστώσεως της αληθείας ταύτης μέχρι της ακολούθου αληθείας υπάρχει εν και μόνον βήμα: ότι μόνο ο πνευματικός ανάπηρος έχει ανάγκην της επιτηδειότητος και της απάτης δια να προωθηθεί ή να επικρατήσει. Ουδείς άνθρωπος αξίας έχει ανάγκην να γίνει επιτήδειος ή απατεών.[ ...;]  Απόλυτος εσωτερική συνέπεια της πνευματικής αναπηρίας του βλακός είναι άλλως τε όχι μόνον η αγελαία του τάσις, όχι μόνον η προώθησίς του «πλάτην με πλάτην» με την λεγεώνα των ομοίων του, όχι μόνον η προσφυγή εις τα ευτελέστερα μέσα της επιτηδειότητος, την έλλειψιν [έκφρασης] αντιθέτου γνώμης, την προσφοράν ευκόλων και ανηθίκων εκδουλεύσεων και την κολακείαν, αλλά και η συστηματική αποφυγή πάσης συγκρούσεως και πάσης μάχης. Και όταν ακόμη ο βλαξ , υπό την μορφήν του επιτηδείου ή του απατεώνος, εξαναγκαστεί να δώσει μάχην, θα δώση αυτήν δια των πνευματικώς ευκολοτέρων και συνεπώς ανηθικοτέρων «όπλων»: του ψεύδους , της διαστροφής, της ραδιουργίας και της συκοφαντίας. Εξ' ού έπεται το ακλόνητον δόγμα: και η ανηθικότης είναι αποκλειστικό προϊόν των βλακών.»  («Η τεραστία κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω»).


Ο βυζαντινισμός βολεύεται με τον Ρωμηοέλληνα, ή το αντίστροφο;

  Υπάρχει άραγε θεραπεία, ώστε αυτός ο ρωμηολαός να κατανοήσει, ότι είναι προς το συμφέρον του να  απεκδυθεί τα ράκη του βυζαντινού ανθρωπότυπου και να αναλάβει τις ευθύνες του; Ή μήπως δεν πρόκειται για απλά βυζαντινά ράκη με τα οποία έχει ενδυθεί αλλά, για κάτι πιο πολύπλοκο και βαθύτερο;

     Οι νεοέλληνες Διαφωτιστές επηρεασμένοι από το Δυτικοευρωπαϊκό παράδειγμα αισιοδοξούσαν, ότι ο μεσαιωνισμός / βυζαντινισμός και η νοοτροπία του  θα καταρρεύσουν σχεδόν νομοτελειακά λόγω της διάδοσης της παιδείας. Θεωρούσαν, ότι ο νεοέλληνας θα μεταμορφωθεί ως δια μαγείας από βυζαντινό υπάνθρωπο σε σύγχρονο πολιτισμένο άνθρωπο, μόνο και μόνο εάν,  μέσω της παιδείας, τού καταδεικνύονταν οι ιστορικές αιτίες της κακοδαιμονίας του. Όπως, όμως ελπίζουμε ότι δείξαμε πιο πριν, ο νεοέλληνας ξέρει πολύ καλά να κρύβεται πίσω από το δαχτυλάκι του. Ακόμα κι αν «στριμώξει» κάποιος έναν νεοέλληνα  αποδεικνύοντάς του τις αιτίες της σύγχρονης νεοελληνικής κακομοιριάς, ο τελευταίος θα αντιδράσει περίπου ως εξής: θα παραδεχτεί ότι, οι πολιτικοί είναι διεφθαρμένοι, η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η μεγαλύτερη «μαύρη» Α.Ε. της χώρας (όπως και στο Βυζάντιο και επί Τουρκοκρατίας ήταν ο μεγαλύτερος φεουδάρχης), οι οικονομικά ισχυροί της χώρας είναι μερικές οικογένειες  νεοφεουδαρχών μαφιόζων, αλλά θα προτάξει ωμά και απροκάλυπτα, ότι ο ίδιος έχει βολευτεί με αυτή την κατάσταση. Μάλιστα, βυζαντινότροπα συνηθισμένος  στις προσβολές και στην ψυχοδιανοητική του υποβάθμιση, πιθανότατα θα καμαρώσει αν τον αποκαλέσουν χαμερπή, γλύφτη και τιποτένιο, αφού θεωρεί «μαγκιά» την ανυπαρξία αξιοπρέπειας και αυτοσεβασμού (μάλιστα μια από τις πιο θρασείς εκφράσεις του είναι αυτή που απευθύνει συχνότατα στους ανθρώπους με αυτοεκτίμηση: «μείνετε να φάτε την αξιοπρέπειά σας»).

     Για τους Δυτικοευρωπαίους ήρκεσε η παιδεία και η γνώση της επιστημονικής, ιστορικής κλπ. αλήθειας για να βγούν από τον μεσαίωνα. Για τον ρωμηό όμως, φαίνεται, ότι παιδεία από μόνη της δεν αρκεί: πρόκειται απλώς για αφέλεια να νομίζουμε, ότι με την παιδεία και τις αλήθειες της θα νικηθεί ως δια μαγείας η ρωμηοβυζαντινή χαμέρπεια, όπως νικήθηκε αλλού ο Μεσαίωνας.

*   *   *
     Αυτό που χρειάζεται στον Ρωμηό είναι πιθανότατα κάποιου είδους (οδυνηρή; ) ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση: ένα αμείλικτο ξεσκέπασμα της υποκρισίας του, σε σημείο, ώστε να μην έχει πια πού να κρυφτεί. Μία διαρκής και ανυποχώρητη υπενθύμιση (κάθε φορά που καταριέται την «τύχη» του),  ότι έχει αυτό που τού αξίζει -υπενθύμιση, η οποία να τον φέρνει διαρκώς αντιμέτωπο με την νοοτροπία του, τις συνέπειες των πράξεών του και με τις ευθύνες του. ΄Ενα ψυχολογικά ασφυκτικό καθρέφτισμα  του εαυτού του, έτσι ώστε να τρέξει να απαλλαγεί απεγνωσμένα από αυτόν. Και να αναζητήσει ίσως έναν άλλον, λιγότερο υποκριτή και περισσότερο υπεύθυνο και ελεύθερο. Αλλά αυτό είναι ένα ζήτημα που ξεφεύγει από το θέμα του παρόντος.







                                                                      Θεόδωρος  Α. Λαμπρόπουλος

Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2017

Η Γενοκτονία 270.000 Ελλήνων στην Κρήτη το 961 από τους Ρωμαίους-“Βυζαντινούς” κατακτητές.


-Το 727 οι Κρητικοί όχι μόνον συμμετέχουν μαζί με όλους τους Έλληνες στην Μεγάλη Επανάσταση κατά των βυζαντινών, αλλά επιπλέον ετοιμάζουν πανστρατιά και επιτίθενται κατά της Κωνσταντινουπόλεως για να εκθρονίσουν(!!!) τον αυτοκράτορα Λέοντα Γ’ τον Ίσαυρο.

Αρχηγό τους είχαν έναν Κρητικό ονόματι Κοσμά, ο οποίος ήταν μεγαλοπρεπής, ωραίος και γενναίος. Και παραλίγο να κατάφερναν να κυριαρχήσουν σε όλη την Μεσόγειο, όπως αναφέρει στην «Ιστορία των Σφακίων» ο ηγούμενος Γρηγόριος Παπαδοπετράκης.

Όμως οι λογαριασμοί Βυζαντινών και Κρητικών παρέμεναν από αιώνες ανοικτοί και δεν έκλεισαν ποτέ. Ο Αλέξιος Κομνηνός, δια του υιού του Ισαακίου, το 1192, στέλνει απειλητική επιστολή προς το νησί της Κρήτης. Απειλούσε ότι αν δεν υποταχθούν στο Βυζάντιο οι Κρητικοί, θα εξολοθρεύσει όλους τους άνδρες, τις γυναίκες και τα παιδιά, όπως έπραξαν στο παρελθόν, έγραφε η επιστολή, ο Βελισσάριος, ο Ιουστινιανός, ο Νικηφόρος Φωκάς και ο Βάρδας ο Θαλασσινός.

Οι Βυζαντινοί είχαν υποστεί αναρίθμητες ήττες από τους Κρητικούς, που ήταν πολύ γενναίοι μαχητές και θεοσεβείς. Οι Κρητικοί ουδέποτε πρόδωσαν τους Πατρώους Θεούς και τα Πάτρια ειωθότα. Το παράδειγμά τους έδινε θάρρος στους άλλους Έλληνες να διατηρήσουν τον Ελληνισμό τους και την Πατρώα Ελληνική Θρησκεία. Γι’ αυτό ήθελαν να τους αφανίσουν οι βυζαντινοί κατακτητές.

Οι μνήμες από την τελευταία ήττα, ήταν ακόμη νωπές.
-Το 949 ο Βυζαντινός αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος Ζ’ υπέστη πανωλεθρία από τους γενναίους Κρητικούς καθώς όλο το βυζαντινό στράτευμα που έστειλε για να κατακτήσει το ηρωικό Νησί κατεσφάγη, όπως μας πληροφορεί ο Λέων Διάκονος.

Τα Κρητικά πλοία περήφανα έπλεαν στην Μεσόγειο αψηφώντας τον βυζαντινό στόλο. Και όποτε είχαν ευκαιρία έκαναν τολμηρές επιδρομές και κατέστρεφαν ολοσχερώς τον βυζαντινό στόλο. Ο Λέων Διάκονος γράφει για την «των Κρητών δυναστείαν, τραχηλιώσαν και κατά Ρωμαίων φονικόν πνέουσαν». Δηλαδή έσπερναν τον θάνατο στους βυζαντινούς οι σκληροτράχηλοι Κρητικοί, γράφει ο Λέων Διάκονος στην Ιστορία του.

Οι Κρητικοί ήταν ακατάβλητοι κυρίως για δύο λόγους, γράφει ο Συνεχιστής του Θεοφάνους: Πρώτον διότι είχαν διατηρήσει αλώβητο το Ελληνικό Ιερατείο τους, το οποίο προΐστατο στους Απελευθερωτικούς Αγώνες, και δεύτερον διότι ήταν φοβεροί έμποροι, κάτι που τους προσπόριζε τα αναγκαία χρήματα για τους πολέμους κατά των βυζαντινών.

Το μίσος των Ρωμαίων “Βυζαντινών” κατά των Ελλήνων της Κρήτης αποτυπώνεται ανάγλυφα από τον παρακοιμώμενο Ιωσήφ Βρίγγα ο οποίος προσπαθεί να διεγείρει το Βυζαντινό συμβούλιο κατά των Κρητικών. Ο Συνεχιστής του Θεοφάνους καταγράφει τα λόγια του Ιωσήφ: «Είναι τόσα τα δεινά που υπέστησαν οι Ρωμαίοι από τους αρνητές του Χριστού, σφαγές και καταστροφές εκκλησιών και αρπαγές περιουσιών και αιχμαλωσίες. Πρέπει να αγωνισθούμε υπέρ των Χριστιανών και να μην δειλιάσουμε από την απόσταση της θαλάσσης ούτε από τις φήμες».

Πράγματι οι γενναίοι Κρητικοί απελευθέρωναν τα παράλια της Ιωνίας από τους Ρωμαίους “Βυζαντινούς” κατακτητές και κατέστρεφαν χριστιανικές εκκλησίες και έπιαναν χριστιανούς αιχμαλώτους για να τους ανταλλάξουν με Έλληνες.

-Το 960 ο Βυζαντινός αυτοκράτωρ Ρωμανός Β’ και ο παρακοιμώμενος Ιωσήφ Βρίγγας ανέθεσαν στον Αρμένιο στρατηγό Νικηφόρο Φωκά τον αφανισμό της Κρήτης και των Κρητικών. Ο τεράστιος βυζαντινός στόλος ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη στις 5 Ιουλίου 960. Αποτελείτο από 3300 πλοία που μετέφεραν στρατό και εφόδια.
Οι Ρωμαιοβυζαντινοί είχαν στρατολογήσει βάρβαρα στίφη Σλαύων, Αρμενίων και Ρώσων, για να κατασφάξουν τους Έλληνες της Κρήτης.

Ο M. Canard, στο Byzance et les Arabes μας πληροφορεί ότι οι Έλληνες διέθεταν μόλις 240 πλοία και ζήτησαν από τους Άραβες πολεμοφόδια και στρατό. Εκείνο τον καιρό οι Άραβες με επικεφαλής τον Χαμβδά πολεμούσαν στο μέτωπο της Μικράς Ασίας τους βυζαντινούς κατακτητές, και έτσι δεν μπόρεσαν να τους στείλουν παρά μικρές ποσότητες πολεμοφοδίων, αλλά καθόλου στρατό. Έτσι οι γενναίοι Κρητικοί μαχητές αντιμετώπισαν μόνοι τους τον τεράστιο βυζαντινό στόλο που μετέφερε 500.000 βυζαντινούς κατακτητές στο ηρωικό Νησί.

Οι Έλληνες γρήγορα έμαθαν τα νέα και άρχισαν να οχυρώνωνται. Η ιστορία έχει καταγράψει ως επικεφαλή της ηρωικής αντιστάσεως την Κρητικοπούλα Ιέρεια της Αρτέμιδος Κλεαγέτη.

Ο Πρίσκος στην χρονογραφία του μας πληροφορεί ότι ήταν μόλις 25 ετών το 960, και αμέσως άρχισε να εμψυχώνει τους Κρητικούς περιδιαβαίνουσα όλα τα οχυρά. Η Κλεαγέτη ήταν πολύ μορφωμένη και γόνος ιερατικής οικογενείας. Η μητέρα της λεγόταν Ζηνόκλεια, ήταν Ιέρεια της Ήρας, και είχε πάρει μέρος στην μάχη της Κρήτης κατά των Βυζαντινών το 949. Με το τόξο της είχε σκοτώσει 50 βυζαντινούς κατακτητές. Η Ζηνόκλεια τελούσε τα Ελληνικά Μυστήρια και είχε διδάξει από μικρή την θυγατέρα της Κλεαγέτη το πώς να πολεμά τους κατακτητές.

Ο Λέων Διάκονος στην Ιστορία του αναφέρει την Κλεαγέτη με υβριστικούς όρους. Την αποκαλεί «γύναιον εταιρικόν», «αναιδές», και ότι τάχα έκανε μαγγανείες. Όμως της αναγνωρίζει, αν και με υβριστικό τόνο, ότι ήταν μάντισσα και ότι ήταν ατρόμητη, καθώς πλησίαζε μόνη της μέχρι τα φυλάκια των Ρωμαιοβυζαντινών και τους προκαλούσε σε πόλεμο.

Οι Κρητικοί Ιερείς και Ιέρειες μόλις αντίκρισαν του πρώτους Ρωμαίους στρατιώτες έκαναν “καθαρμό σε όλο το Νησί για να φύγει το χριστιανικό μίασμα”.

Ο Νικηφόρος Φωκάς αμέσως μετά την απόβαση αρχίζει γενική επίθεση. Σφάζει αρκετούς Κρητικούς τις πρώτες ημέρες. Νοιώθοντας ότι η νίκη του θα είναι εύκολη εξ αιτίας του τεραστίου όγκου του στρατεύματός του, δίνει 10.000 βυζαντινούς στρατιώτες στον στρατηγό Νικηφόρο Παστιλά και τον διατάσσει να εισβάλει στην ενδοχώρα του Νησιού και να κατασκοπεύσει τους Κρητικούς.

Η ατρόμητη Ιέρεια Κλεαγέτη απαντά με ανταρτοπόλεμο. Βάζει τις Κρητικοπούλες να δίνουν κρασί στους βυζαντινούς στρατιώτες, να τους μεθούν και να αποσπούν πληροφορίες. Αφού τους διέλυσαν την πειθαρχία η Κλεαγέτη διέταξε τους 400 Κρητικούς που είχε υπό τις διαταγές της να λάβουν θέσεις μάχης στα βουνά.

Μόλις οι Κρητικοί είδαν τους βυζαντινούς αποδιοργανωμένους ξεκίνησαν επίθεση με επικεφαλής την ηρωική Ιέρεια της Αρτέμιδος. Οι Ρωμαιοβυζαντινοί αντιστάθηκαν με σθένος. Η Κλεαγέτη σημάδεψε με το τόξο της τον στρατηγό Νικηφόρο Παστιλά, κτύπησε το άλογό του και τον ανάγκασε να ξεκαβαλικέψει. Αμέσως χύμηξε πάνω του με το τσεκούρι της και τον σκότωσε.

Οι Ρωμαιοβυζαντινοί σε αυτή την δεύτερη φάση του αγώνος τράπηκαν σε φυγή αλλά οι Κρητικοί τους πήραν στο κυνήγι. Ελάχιστοι από τους στρατιώτες του Νικηφόρου Παστιλά κατόρθωσαν να επιστρέψουν ζωντανοί στο στρατόπεδο του Νικηφόρου Φωκά.

Ο Φωκάς, ωσάν να χτυπήθηκε από κεραυνό, μόλις άκουσε τα νέα άρχισε να ετοιμάζει ενέδρες. Άρχισε να πολιορκεί τον Χάνδακα (Ηράκλειο).

Ο Πρίσκος, έχει καταγράψει το πώς απευθύνθηκε στους στρατιώτες του λέγων: «Δεν νομίζω να αγνοεί κανείς σας την επιθετικότητα και το θράσος των απογόνων της Αριάδνης, τις τόσες διαρπαγές και τα φονικά που έχουν διαπράξει κατά των Ρωμαίων. Δεν ανέχεται η εκκλησία του Χριστού να λυμαίνωνται το χριστεπώνυμο πλήθος οι ειδωλολάτρες.

Μην εξοκείλετε στην απειθαρχία και την καλοπέραση διότι θα πάθετε ότι και οι στρατιώτες του Νικηφόρου Παστιλά. Ας μην σπαταλάμε τον καιρό μας με οκνηρία και μέθη, αλλά παραμένοντας Ρωμαίοι ας επιδείξουμε στον πόλεμο κατά των ειδωλολατρών το γενναίο μας φρόνημα».

Μετά πήρε τον στρατό του και άρχισε επίθεση καθώς είχε πληροφορίες ότι 40.000 Κρητικοί ετοιμάζονταν να του επιτεθούν αιφνιδιαστικά και να τον εκδιώξουν από το Νησί. Ο Νικηφόρος Φωκάς περίμενε να νυκτώσει και επιτέθηκε το βράδυ στους Κρητικούς, οι οποίοι δεν άκουσαν την Κλεαγέτη και έκαναν το λάθος να κατασκηνώσουν σε πεδιάδα.

Εκεί ο Νικηφόρος Φωκάς τους έπιασε στον ύπνο, απροετοίμαστους, και τους έσφαξε όλους. Ο Νικηφόρος Φωκάς, για να αποδείξει το πόσο βάρβαρος ήταν και το πόσο μισούσε τους Έλληνες, διέταξε τους στρατιώτες του να κόψουν τα κεφάλια των Ελλήνων και να τα μαζέψουν σε σακκιά.

Ύστερα διέταξε να τα καρφώσουν σε κοντάρια και να τα τοποθετήσουν μπροστά στο κάστρο του Χάνδακος. Μετά, όπως διασώζει ο Λέων Διάκονος, ο Φωκάς διέταξε όσα κεφάλια Κρητικών περίσσεψαν να τα εκσφενδονίζουν με τις βαλλίστρες μέσα στα τείχη του κάστρου…

Οι Κρητικοί μόλις ανεγνώρισαν τους ομοφύλους των, ξέσπασαν σε οιμωγές. Ακούστηκαν κλάματα. Τρόμος κατέλαβε το στρατόπεδο των Κρητικών. Ακούστηκαν κραυγές και θρήνοι ωσαν η πόλη να είχε ήδη κατακτηθεί. Μολονότι δεν είχαν καμμία διάθεση για ειρήνη με τους Ρωμαίους, τώρα είχαν χάσει το θάρρος τους. Εκείνη την δύσκολη στιγμή εμφανίστηκε στα τείχη η νεαρή Ιέρεια Κλεαγέτη. Το πρόσωπό της έλαμπε από ζωντάνια όταν ενθάρρυνε τους Κρητικούς.

Ο Πρίσκος διέσωσε τα λόγια της: «Γενναίοι άνδρες και γυναίκες, αιώνες τώρα πολεμούμε τους Ρωμαίους. Οι Θεοί δεν μας εγκατέλειψαν, πάντα στέκονται στο πλευρό μας. Μόλις κατατροπώσαμε τους Ρωμαίους του Παστιλά. Τώρα θα λιποψυχήσουμε μπροστά σ’ έναν ασεβή Ρωμαίο; Εμπρός! Τραβήξτε τα σπαθιά. Ακονίσατε τους πελέκεις. Τεντώσατε τα βέλη. Θάνατος στους Ρωμαίους κατακτητές. Βοήθησέ μας Τοξόκλυτη Θεά. Ίσιωσε τα θανατηφόρα βέλη μας να βρουν τον στόχο τους».

Η νεαρή Ιέρεια αμέσως διατάζει επίθεση. Εμψυχωμένοι από την ατρόμητη Ιέρειά τους που όρμησε πρώτη, 35.000 Κρητικοί, μαζί και γυναικόπαιδα, εφορμούν εναντίον των βυζαντινών κατακτητών. Ο Νικηφόρος Φωκάς ταράζεται από την ξαφνική αντεπίθεση. Αλλά πριν προλάβει να συνέλθει καταμετρά 90.000 χιλιάδες νεκρούς, οι περισσότεροι από τα επίλεκτα βυζαντινά σώματα των Αρμενίων.

Ο Νικηφόρος Φωκάς αναγκάζεται να σαλπίσει υποχώρηση. Έβλεπε πιά ότι ήταν πολύ δύσκολο να κατατροπώσει τους Κρητικούς και μάλιστα με τέτοια οχυρά. Αποφάσισε, γράφει ο Λέων Διάκονος, να πολιορκήσει τον Χάνδακα(Ηράκλειο). Αποφάσισε να λιμοκτονήσει τους Κρητικούς μέχρις ότου κατασκευάσει νέες πολιορκητικές μηχανές. Έτσι τελείωσε ο χειμώνας του 960-961.

Κατά την διάρκεια του χειμώνος δεν έπαυσαν τελείως οι εχθροπραξίες. Ομάδες καταδρομών των Κρητικών κτυπούσαν συνεχώς τους βυζαντινούς κατακτητές. Οι απώλειες των Κρητικών έφτασαν τις 30.000 νεκρούς και των βυζαντινών τις 110.000 νεκρούς, αναφέρει ο M. Canard στο Byzance et les Arabes.

-Στο τέλος Φεβρουαρίου του 961, ο Νικηφόρος Φωκάς άρχισε πάλι τον πόλεμο με νέο στρατό και εφόδια που παρέλαβε από την Κωνσταντινούπολη. Αντιθέτως η θέση των Κρητικών γινόταν όλο και πιό δύσκολη καθώς τα τρόφιμα λιγόστευαν και ο ναυτικός αποκλεισμός του Νησιού δεν επέτρεπε τον ανεφοδιασμό.

Οι στρατιωτικοί αρχηγοί των Κρητών, Ναύκλος και Ανεμάς, έκαναν συμβούλιο και αποφάσισαν να περιμένουν, μέσα στην πόλη, βοήθεια από τους Άραβες. Όμως η Κλεαγέτη τους είπε να συνεχίσουν τον ανταρτοπόλεμο στα βουνά και να μην πολεμήσουν μέσα στην πόλη διότι το κάστρο ίσως να μην αντέξει την πολιορκία. Τελικά υπερίσχυσε η γνώμη του Ανεμά, η οποία δυστυχώς απεδείχθη μοιραία…

Οι Ρωμαίοι κατακτητές άρχισαν την πολιορκία σκάβοντας κάτω από την τάφρο και άρχισαν να ξεκολλούν πέτρες από το τείχος. Πρόσθεσαν ξύλα στα υποστηρίγματα και τους έβαλαν φωτιά. Σε λίγο η φωτιά απανθράκωσε τα υποστηρίγματα και δύο επάλξεις του κεντρικού τείχους κατέρρευσαν. Αμέσως όρμησαν στην πόλη τα ρωμαιοβυζαντινά βαρβαρικά στίφη και άρχισαν γενική σφαγή χωρίς να κάνουν διάκριση αμάχου και μαχομένου πληθυσμού. Τα γυναικόπαιδα έτρεχαν να κρυφτούν στα σοκάκια αλλά οι βυζαντινοί τους εξολόθρευαν ανηλεώς. Για τρεις ολόκληρες ημέρες δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να σφάζουν άμαχο πληθυσμό…

Η κατάκτηση της Κρήτης ολοκληρώθηκε στις 7 Μαρτίου 961. Οι πηγές κατέγραψαν 200.000 νεκρούς Κρητικούς, μαζί με τα γυναικόπαιδα, που γενοκτόνησαν οι βυζαντινοί υπάνθρωποι. Μαζί με τους ήδη νεκρούς Κρητικούς στα πεδία των μαχών, το Ολοκαύτωμα της Κρήτης αριθμεί 270.000 νεκρούς, σφαγιασθέντες από τα βαρβαρικά στίφη του Νικηφόρου Φωκά.

Ο Νικηφόρος Φωκάς, χωρίς κανένα ίχνος θεοσέβειας, ανδρείας και πολιτισμού, ζήτησε να βρουν το πτώμα της ηρωικής Ιέρειας Κλεαγέτης. Μόλις οι ρωμαιοβυζαντινοί το βρήκαν, ο βάρβαρος Αρμένιος στρατηγός διέταξε να της κόψουν το κεφάλι και να το καρφώσουν σε ένα κοντάρι. Αφού το έφτυσε, το περιέφερε πάνω στο άλογό του ως τρόπαιο…

Ο Νικηφόρος Φωκάς για να ολοκληρώσει την καταστροφή της Κρήτης διατάσσει την φυλετική αλλοίωση του Κρητικού λαού. Εγκαθιστά στο ηρωικό Νησί βαρβάρους Σλαύους, Ρώσους και Αρμένιους. Επιπλέον διατάσσει τους μοναχούς των χριστιανών να εκχριστιανίσουν βιαίως τον Κρητικό λαό. Ο Νίκων ο «Μετανοείτε» αποβιβάζεται στην Κρήτη με προστασία βυζαντινής φρουράς και αρχίζει νέες σφαγές.

Παρά την τρομακτική γενοκτονία, οι Κρητικοί ανένηψαν και συνέχισαν τον Ιερό Αγώνα για Ελευθερία, κάτι που αποδεικνύεται με την απειλητική επιστολή που έστειλε ο Αλέξιος Κομνηνός το 1192, όπως αναφέραμε και στην αρχή του άρθρου μας.

Η Γενοκτονία 270.000 Κρητικών από τους βυζαντινούς κατακτητές το 961 έχει χαραχθεί βαθιά στην μνήμη όλων των Ελλήνων παρά τις προσπάθειες των ρωμαιοβυζαντινών κατακτητών να την διαγράψουν.

Ξεπερνώντας κάθε όριο θράσους, ο τουρκικής υπηκοότητας «Πατριάρχης» των χριστιανών Βαρθολομαίος, πριν από δύο χρόνια, έστησε τον …ανδριάντα(!) του Νικηφόρου Φωκά στην Κρήτη(!!!).

Όπως δείχνουν τα γεγονότα υπάρχουν ακόμη ανοικτοί λογαριασμοί μεταξύ Ελλήνων και νεορωμαιοβυζαντινών…

Πηγές:

Λέων Διάκονος, Ιστορία

M. Canard, Byzance et les Arabes

Πρίσκος, Κρητικά, στην συλλογή Jus Graeco-Romanum

Γρηγορίου Παπαδοπετράκη, Ιστορία των Σφακίων, Αθήνα 1971

Ισίδωρος Ηλιάκης

http://antilogoshanion.blogspot.gr