Παρασκευή 5 Απριλίου 2024

Η ΑΘΕΪΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ (Μέρος 3).

 


432 πχ : Το ψήφισμα του Διοπείθη, έναρξη του κύκλου των δικαστικών διώξεων για αθεϊα και ασέβεια.


Η αντιπαράθεση οξύνεται απότομα και η λανθάνουσα αθεϊα εκλαμβάνεται αίφνης ως κίνδυνος, ως απειλή που πρέπει να εξαλειφθεί. Στην Αθήνα, οι εκφράσεις της αθεϊας ή και του απλού σκεπτικισμού παύουν πλέον να είναι ανεκτές.

Σύμβολο του νέου πνεύματος είναι η περίπτωση του σοφιστή Πρωταγόρα, διδασκάλου της τέχνης του συλλογισμού και γνωστού για τον ακραίο σχετικισμό του. Ο Διογένης Λαέρτιος γράφει ότι <υπήρξε ο πρώτος που δήλωσε ότι κάθε ζήτημα υποστηρίζεται από δύο λόγους εκ διαμέτρου αντίθετους, ο ίδιος μάλιστα χρησιμοποίησε αυτή τη μέθοδο>.

Περί το 415 συνθέτει την πραγματεία "Περί θεών" από την οποία διασώζεται μόνο η πρώτη φράση: 

"Ως προς τους θεούς, είναι αδύνατο να γνωρίζω αν υπάρχουν ή όχι, ή ποια είναι η μορφή τους, τα στοιχεία που εμποδίζουν την γνώση μου είναι πολλά, όπως η ασάφεια του ζητήματος και η συντομία του ανθρώπινου βίου". Αυτή η κατάφαση του θρησκευτικού σκεπτικισμού που πριν λίγα χρόνια δεν θα είχε θορυβήσει κανένα, στοιχειοθέτησε το πρώτο μαρτυρημένο autodafe στην ιστορία της Δύσης. "Εξαιτίας αυτού του προοιμίου", αναφέρει ο Διογένης Λαέρτιος, "διώχτηκε από την Αθήνα και τα βιβλία του παραδόθηκαν στην πυρά στην αγορά, αφού κατ' απαίτηση του κήρυκα επιστράφηκαν από τους αγοραστές τους".

Ο Πρωταγόρας, διδάσκαλος του σκεπτικισμού, δεν είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή φήμη ασεβούς. Εκτός αυτού, το επίμαχο βιβλίο που ο ίδιος είχε αναγνώσει δημοσίως, ήταν απλώς μία δήλωση αγνωστικισμού: το ανθρώπινο πνεύμα εξαιτίας των ορίων του, αδυνατεί να κατακτήσει τη γνώση των θεών, δήλωση που διαφέρει βεβαίως από μία άρνηση της ύπαρξής τους. Στην εποχή αυτή ωστόσο δεν χωρούν τέτοιες διακρίσεις: "Έλεγε ότι δεν γνώριζε εάν υπάρχουν οι θεοί, κάτι που ισοδυναμεί με την δήλωση ότι γνωρίζει ότι δεν υπάρχουν", υποστηρίζει ο Διογένης ο Οινοανδεύς. Ο Επιφάνιος μάλιστα είναι πιο κατηγορηματικός: "Ο Πρωταγόρας έλεγε ότι δεν υπάρχουν θεοί, ότι δεν υπάρχει κανένας απολύτως θεός". Επομένως καταδικάσθηκε, ουσιαστικά, επί αθεϊα και η αυστηρότητα της ποινής ήταν παραδειγματική: εξορία, κατά τον Διογένη Λαέρτιο, κατ΄άλλους δε, καταδίκη εις θάνατον λόγω φυγοδικίας.

Προς τι μια τέτοια σκληρότητα απέναντι στην αθεϊα και την ασέβεια? Η υπόθεση διαδραματίζεται κατλα το 416/415, μεσούντος του Πελοποννησιακού πολέμου και ο ενάγων είναι ένας πλούσιος αριστοκρατικός, ο Πυθόδωρος, ενώ ο Πρωταγόρας είναι δημοκρατικός. Τα αίτια της έναρξης μιας σειράς καταγγελιών επί ασέβεια πρέπει να αναζητηθούν στη σχέση θρησκείας και πολιτικής, της οποίας την ιστορία έχει αναφέρει ο E.Derenne. Παρά ταύτα στην καταγγελία αυτή κρύβονται ταπεινότερα κίνητρα.

Στην αφετηρία αυτού του κυνηγιού μαγισσών, προβάλλει το ψήφισμα του 432, με εισηγητή τον Διοπείθη, το οποίο προβλέπει την υποχρεωτική δίωξη όλων, όσοι δεν πιστεύουν στους αναγνωρισμένους από την Πολιτεία θεούς. Ο Διοπείθης είναι μάντης και έχει θορυβηθεί από τη βαρύτατων φιλοσοφικών θεωριών στην Αθήνα. Στην πραγματικότητα ο ελιγμός του είναι προπάντων πράξη υπεράσπισης μιας απειλούμενης συντεχνίας. Με τη φυσική εξήγηση φαινομένων, που μέχρι τότε αποδίδονταν στη δράση θεοτήτων, οι στοχαστές κατέλυαν την πίστη και στη μαντική. Το πρώτο θύμα του ψηφίσματος, ο Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος, εγκατεστημένος στην Αθήνα από το 462 και διδάσκαλος του Περικλή, είχε πράγματι διακριθεί στη μελέτη των μετεωρολογικών και αστρονομικών φαινομένων. Ο Διογένης Λαέρτιος απαριθμεί τα φυσικά φαινόμενα στα οποία είχε δώσει "εξήγηση" :

..."Είχε πει ότι ο ήλιος είναι μια πυρακτωμένη μάζα μεγαλύτερη από την Πελοπόννησο, ότι η Σελήνη έχει κατοικίες, λόφους και κοιλάδες[...] ότι οι κομήτες είναι σύνοδος πλανητών που εκπέμπουν φλόγες και ότι οι διάττοντες αστέρες σχηματίζονται από τον αέρα σαν σπινθήρες, ότι οι άνεμοι γεννώνται από τον αέρα λόγω αραίωσης του από τον ήλιο, ότι ο κεραυνός προέρχεται από τη σύγκρουση νεφών ενώ οι αστραπές από την τριβή τους, ότι ο σεισμός είναι αποτέλεσμα της καταβύθισης του ανέμου μέσα στη γη"...

Οι εξηγήσεις αυτές περιορισμένες ακόμη σε ένα πολύ κλειστό κύκλο, υπονόμευαν την αξιοπιστία των μάντεων, που απέδιδαν τα φαινόμενα στους θεούς: <Ο Αναξαγόρας δεν ήταν ο ίδιος ένας αρχαίος συγγραφέας> σχολιάζει ο Πλούταρχος, η δε θεωρία του, καθόλου εκλαϊκευμένη, ήταν ακόμη απόρρητη και διαδιδόταν μόνο σε ένα μικρό κύκλο ατόμων που αναφέροταν σε αυτήν με ιδιαίτερη προσοχή και δυσπιστία [...] Εξουδετέρωναν τη θεότητα ανάγοντάς τη σε άλογες αιτίες, σε τυφλές δυνάμεις, σε αναγκαία φαινόμενα.

Ο Αναξαγόρας συνεπώς κατηγορήθηκε για ασέβεια εξαιτίας της έρευνάς του για την αποκάλυψη των θεϊκών μυστηρίων. Το ακριβές πειεχόμενο της απαγγελθείσας ποινής παραμένει άγνωστο: θάνατος ή οστρακισμός, κατά τον Ολυμπιόδωρο, φυλάκιση κατ΄άλλους. Ο Περικλής παρενέβη υπέρ του. Στο περιβάλλον του περίφημουστρατηγού διακρίνονται εξάλλου και άλλα πρόσωπα ύποπτα για ασέβεια, η γυναίκα του Ασπασία και ο γλύπτης Φειδίας.

Η επί ασεβεία καταγγελία εναντίον των "φυσικών" προσλαμβάνει πλέον τη μορφή ρεύματος. Η ελληνική θρησκευτική παράδοση, που αγνοεί την υπερβατικότητα και διακηρύσσει την ενότητα φύσης και θείου, ήταν δυνατό να καταλήξει σε μία οιωνεί αθεία, στην περίπτωση του μηχανιστικού υλισμού των φιλοσόφων, όπως προαναφέρθηκε, είτε σε ένα κράμα μαγείας-δεισιδαιμονίας. Ο επιστήμονας που εργαζόταν με θετικιστικό πνεύμα, κατηγορείται για την επιθυμία του να εισχωρήσει στο μυστικό των θεών, όπως καταθέτει ο Πλούταρχος, να εξονυχίσει το ιερό, μέσω ενός είδους <θεοτομής>. Εδώ ακριβώς έγκειται το νόημα του ψηφίσματος του Διοπείθη, όπως παραδίδει ο Πλούταρχος, "δυνάμει του οποίου ψηφίσματος διώκοταν για έγκλημα κατά της Πολιτείας όσοι δεν πίστευαν στους θεούς και δίδασκαν θεωρίες σχετικές με τα ουράνια φαινόμενα". 

Η κατά του Αναξαγόρα κατηγορία είναι η "διδασκαλία του με στόχο την αποβολή και την εξάλειψη οισαδήποτε δεισιδαιμονίας που προκαλεί τον φόβο για τα ουράνια σημεία και τα ουράνια σώματα, τα οποία τρομοκρατούν και αυτούς που αγνοούν τις αιτίες τους και αυτούς που κατακυριεύονται από τον φόβο των θεών, γιατί σχετικά με αυτά δεν κατέχουν τη βέβαιη γνώση, την οποία παρέχει η αληθινή φυσική φιλοσοφία".

Μαγική εξήγηση εναντίον επιστημονικής: η αντιπαράθεση σύντομα θα γίνει κλασική. Από την εποχή αυτή παρεκκλίνει προς μία έγκληση κατά των φυσικών φιλοσόφων επί αθεϊα. Γιατί όμως η αθεία έχει ήδη αρχίσει να θεωρείται έγκλημα? Γιατί μία απλή πίστη πυροδοτεί τέτοιες μάχες? Γιατί το να μη πιστεύει κάποιος στους θεούς είναι σοβαρότερο από το να μη πιστεύει για παράδειγμα στο ότι η γη είναι στρογγυλή? Η κακόσημη συνδήλωση, που συνοδεύει έκτοτε τον όρο "άθεος" σχεδόν μέχρι σήμερα, φαίνεται μάλλον αινιγματική, κυρίως υπό το πρίσμα της κυρίαρχης και προφανώς πιο φιλελεύθερης στάσης της ελληνικής αρχαϊκής περιόδου.

Μόνη η συντεχνιακή αντίδραση των μάντεων αδυνατεί να εξηγήσει μία τέτοιου είδους αξιολόγηση που ευνοεί την πίστη εις βάρος της απιστίας. ¨όπως αποκαλύπτεται από την δίκη του Σωκράτη, άλλα στοιχεία αποκτούν ιδιαίτερη σημασία...

ΙΕΡΑ ΕΛΛΑΣ 5/4/2024

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...

Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

Η ΑΘΕΪΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ (Μέρος 2)

 Κατά τον Ηράκλειτο, "ο κόσμος δεν είναι δημιούργημα ούτε θςού ούτε ανθρώπου, υπήρχε ανέκαθεν και θα υπάρχει αιώνια, είναι το πυρ το αείζωο, που ανάβει και σβήνει με μία ορισμένη τάξη.

Πρόκειται για την αντίληψη ενός αυτόνομου σύμπαντος, που ανάβει και σβήνει εις το διηνεκές. Περίπου κατά την ίδια εποχή, ο Παρμενίδης ο Ελεάτης εξομοιώνει επίσης το απόλυτο ον προς τον κόσμο, τον αιώνιο και άπλαστο, "το Παν, το Μοναδικό, το Ακίνητο, το Ακατάλυτο, το Καθολικό και συνεχές ένα".

O ClaudeTresmontant σημειώνει ότι "ο Παρμενίδης είναι ο πατέρας του υλισμού και των υλιστών, εφόσον πρεσβεύει ότι ο φυσικός κόσμος είναι το απόλυτο ον". Ο κόσμος αυτός, ανεξαρτήτως εάν αποκληθεί θείος ή μη, παραμένει η μόνη πραγματικότητα.

Κατά τον 5ο αι. π.χ. ο Σικελός Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος επαναβεβαιώνει την αιωνιότητα του άπλαστου κόσμου, εντός του οποίου τίποτε δεν χάνεται, τίποτε δεν δημιουργείται και τα πάντα μετασχηματίζονται: 

"Θέλω να σου πω κάτι άλλο: για όλα τα θνητά όντα δεν υπάρχει ούτε δημιουργία, γένεση, ούτε εξαφάνιση στον ολέθριο θάνατο, αλλά υπάρχει μόνο μείξη και μεταλλαγή του μείγματος, δημιουργία όμως, γένεση, για το θέμα αυτό, είναι απλώς ονομασίες που επινόησαν οι άνθρωποι[...] Ανόητοι -γιατί δεν είναι διορατικοί- όσοι πιστεύουν ότι γεννιέται αυτό που δεν υπήρχε από πρινή ότι κάτι πεθαίνει και καταστρέφεται ολοσχερώς. Διότι δεν είναι δυνατόν να γεννηθεί κάτι από αυτό που, κατά κανέναν τρόπο, δεν υπάρχει και είναι αδύνατο και ανήκουστο να χάνεται το υπάρχων, γιατί αυτό θα είναι πάντοτε εκεί που τοποθετήθηκε".

Σύμφωνα με τον Εμπεδοκλή ο Ζεύς, η Ήρα, η Νήστις, ο Αϊδωνεύς είναι απλώς και μόνον μυθικές προσωποποιήσεις των τεσσάρων στοιχείων, της φωτιάς, του αέρα, του νερού και της γης. Ο Αναξιμένης από την πλευρά του, περιορίζεται σε ένα πρωταρχικό στοιχείο, τον αέρα, ενώ ο Αναξαγόρας θεωρεί απαρχή των πάντων το αγέννητο χάος.

Ο Λεύκιππος (γενν. περί το 500) και ο μαθητής του Δημόκριτος(γενν. περί το 460) προτείνουν μία σαφώς πιο επεξεργασμένη και επιπλέον πιο απερίφραστα υλιστική θεωρία. Η έσχατη πραγματικότητα, κατά την αποψή τους, είναι το άτομο, σωματίδιο εξαιρετικά μικρό, υλικό, πλήρες. αδιαίρετο, διαρκώς κινούμενο. Τα άτομα αυτά, ποικίλων μεγεθών και σχημάτων, συνδυάζονται κατά την φορά των κινήσεών τους και διαμορφώνουν όλα τα σώματα του κόσμου, αδρανή και έμβια, χωρίς καμία σκοπιμότητα, χωρίς τελική αιτία. Το τυχαίο και η ανάγκη κατέχουν τα πρωτεία στην παρέλαση αυτή των όντων, που συντίθενται και αποσυντίθενται εις το διηνεκές.

Από αυτή την διαδικασία δεν εξαιρείται τίποτε, ούτε καν ο άνθρωπος, το σώμα του οποίου είναι απλώς ο καρπός μίας πολυπλοκότερης δομής, της οποίας την ψυχή απαρτίζουν λεπτά σφαιρικά άτομα, παρεμφερή προς τα άτομα της φωτιάς, οι δε σκέψεις και τα συναισθήματα προέρχονται από τις εντυπώσεις που δημιουργούν στην ψυχή και το σώμα άτομα του εξωτερικού περιβάλλοντος. Κάθε σώμα αποτελείται από άτομα και κενό.

Οι ίδιοι οι θεοί άλλωστε αποτελούνται από άτομα και δεν διαδραματίζουν ιδαίτερο ρόλο. Τα φαινόμενα που τους αποδίδει η θρησκεία, είναι απλώς είδωλα, εντυπώσεις των φυσικών φαινομένων στο ανθρώπινο πνεύμα. Εξού και η πίστη στην θεϊκή παρέμβαση. Ο Δημόκριτος επομένως, απέχει πολύ από τους άλλους φιλοσόφους, με την έννοια του μηχανιστικού υλισμού, εφόσον αφενός προβάλλει μία ψυχολογική ερμηνεία του φαινομένου της θρησκευτικής πίστης, αφετέρου, διαμέσου αυτής ακριβώς της ερμηνείας, καταλήγει στην πλήρη απαξίωση του. Ερμηνεία σημαίνει απομυθοποίηση.

Ο υλισμός του Δημόκριτου γνωρίζει ευμενή υποδοχή στους κύκλους των Ελλήνων διανοούμενων, μεταδίδεται μέσω ενός ρεύματος σκέψης και καταλήγει στον 3ο αι. στον Επίκουρο. Στο ενδιάμεσο διάστημα ωστόσο, πολιτισμικές και πολιτικές αλλαγές διαταράσσουν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και τις σχέσεις μεταξύ πιστών και απίστων. Μέχρι το τέλος περίπου του 5ου αι. π.χ. στην Ελλάδα φαίνεται ότι επικρατεί μία σχετική ελευθερία ως προς τις θρησκευτικές αντιλήψεις. Μεταξύ της λαϊκής μυθολογίας, με εμφανή τα ίχνη της μαγείας, της επίσημης λατρείας που έχει ανατεθεί στους ιερείς των ναών και και της έντονα πανθεϊστικής, αν όχι αθεϊστικής φιλοσοφίας, που διέλυε τους θεούς μέσα στην ύλη, οι σχέσεις φαίνονται εξαιρετικά τεταμένεςμ με όλη τη σημασία του όρου. Ουδείς ανησυχεί για τις θρησκευτικές απόψεις ή την απιστία του, ούτε βεβαίως και ο Δημόκριτος.

Ο Θαλής που θεωρεί ότι " ο κόσμος είναι γεμάτος θεούς", επιδίδεται ανενόχλητος στην επιστιμονική μελέτη αυτού του κόσμου και προσκομίζει εξηγήσεις φυσικές για τους σεισμούς και τις κινήσεις των αστέρων. Σε αντίθεση προς μία καθιερωμένη άποψη, η επιστιμονική μελέτη της φύσης δεν χρειάστηκε να περιμένει τον χριστιανισμό για την εκκοσμίκευση του υλικού κόσμου.

Μέχρι τον 5ο αι. το φάσμα των ελληνικών απόψεων στο πεδίο της πίστης φαίνεται σαφώς μετατοπισμένο προς τον ορθολογισμό και την ορθολογική απιστία.

Οι φιλόσοφοι, κατά τα φαινόμενα, φτάνουν σε κάποια συναίνεση σχετικά με τον πανθεϊσμό, ορισμένες όψεις του οποίου θα μπορούσαν κάλλιστα να χαρακτηρισθούν ως αθία, εφόσον οι θεοί θεωρούνται πλέον τόσο ασήμαντοι.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ


Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2024

Η ΑΘΕΪΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ (Μέρος 1)

 


Ο Ελληνικός κόσμος απεικονίζει το φαινόμενο της αθεϊας σε όλη την ποικιλία του. Ο πλούτος των πηγών και η σχετική ελευθερία έκφρασης επιτρέπουν τη μελέτη της γέννησής της, των εκδηλώσεων και των υποδηλώσεών της, στο πλαίσιο ενός πολιτισμού διαποτισμού από τη θρησκεία. Η πολυπλοκότητα ωστόσο και οι πολυειδειείς αποχρώσεις μεταξύ φιλοσοφικών και θρησκευτικών ρευμάτων καταδεικνύουν τον βαθμό ασάφειας της διαχωριστικής γραμμής μεταξύ πίστης και απιστίας. Στον χειρισμό των όρων, επιβάλλεται εξαιρετική σύνεση, αρχής γενομένης από τον όρο άθεος, που προσδιορίζει τον πολέμιο, τον ενάντιο στους παραδοσιακούς θεούς. κάλλιστα όμως, ορίζει επίσης τον πιστό μιας άλλης θρησκείας ή απλώς ένα προληπτικό πνεύμα.

Μέχρι τον 5ο αιώνα: η παραδοχή ενός υλιστικού πανθεϊσμού.

Για μεγάλο διάστημα, από την αρχαϊκή έως την προσωκρατική περίοδο, η διάκριση μεταξύ αθεϊας και θρησκευτικής πίστης θεμελιώνεται με δυσκολία, εξαιτίας του ιδιάζοντος χαρακτήρα της θρησκείας και των φιλοσοφικών ρευμάτων. Στο σύνολό τους αντιμάχονται αναφανδόν την ιδέα της υπερβατικότητας. Η έσχατη πραγματικότητα είναι η άπλαστη και αιώνια φύση, μέρος της οποίας αποτελεί ο άνθρωπος. Οι ίδιοι οι θεοί εξάλλου είναι εγκόσμιοι, αιώνιοι, ενσώματοι, παρεμβαίνουν διαρκώς στα ανθρώπινα, καθορίζουν τη μοίρα, γνωστοποιούν τη βούλησή τους με χρησμούς, μεταστρέφονται με τη βοήθεια της μαγείας. Η παραδοσιακή ελληνική θρησκεία προσομοιάζει έντονα προς ένα φυσιοκρατικό πανθεϊσμό θεμελιωμένο στο μύθο, που προφανώς δεν βιώνεται πλέον, αλλά εννοιοποιείται, μορφοποιείται και συχνά αποδυναμώνεται από τους ποιητές τεμαχιζόμενος σε θρύλους και παραδόσεις. Στο επίπεδο του λαού, η θρησκεία αυτή βρίθει δεισιδαιμονιών και αποκρυφισμού. Πρόκειται επομένως, ούτως ή άλλως, για μια θρησκεία διασπασμένη, που προσεγγίζει αφενός τη θεωρητική αθεϊα, λόγω μιας τάσης προς τη συμβολική ερμηνεία των μύθων, αφετέρου την εμπειρική αθεία, λόγω της ενσωμάτωσης των μύθων στην καθημερινή ζωή. Εξαιτίας της συχνά αγοραίας πλευράς της ελληνικής μυθολογίας, οι ιστορικοί διερωτώνται εάν οι πιστοί πίστευαν όντως αυτές τις ιστορίες. Το ερώτημα ωστόσο όπως έδειξε ο Paul Veyne δεν τίθεται με αυτούς τους όρους. Άλλωστε η αλήθεια είναι πολιτισμικό φαινόμενο και οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν στοιχεία ενός πνευματικού πολιτισμού, που δεν αποτιμάται με όρους της αλήθειας και του ψεύδους.

Τα προσωκρατικά φιλοσοφικά ρεύματα, που προσεγγίζουν την αλήθεια από μία ορθολογική σκοπιά, συγχέουν φύση και θεότητα, αποδίδοντας μέλιστα τέτοια προνόμια στην πρώτη, ώστε ο πυρήνας του πανθεϊσμού τους να βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την αθεϊα. Πολύ εύκολα η θεωρία τους μπορεί να εκτραπεί προς το πεδίο του φυσιοκρατικού υλισμού.

Πυρήνας της σκέψης τους είναι η ιδέα ότι υπάρχει μια ουσιαστική, άναρχη και ακατάλυτη πραγματικότητα, η ύλη, απλές μεταστοιχειώσεις της οποίας είναι όλα τα όντα. Ο Θαλής θεωρούσε ότι αυτή η πραγματικότητα είναι το νερό, ο Αναξημένης ο Αέρας, ο Ηράκλειτος η φωτιά και άλλοι η Γη. Αυτή η πρώτη ύλη είναι συγχρόνως θεϊκή, εμψυχώνεται από μία πνοή, ένα είδος οργανωτικού νου, που την καθιστά ζώσα ύλη. Η υλοζωιστική αυτή αντίληψη θεωρείται, εν γένει, αφετηρία του υλισμού - είναι η άποψη, την οποία ήδη από το 1841 υποστηρίζει στην διατριβή του ο Karl Max και επαναλαμβάνει ύστερα από λίγο ο Lange: "Ο υλισμός είναι τόσο αρχαίος όσο και η φιλοσοφία, όχι όμως αρχαιότερος".

Μία σύντομη επισκόπηση των κύριων προσωκρατικών θεωριών επιβεβαιώνει την καταφανέστατη κλίση τους προς την αθεϊα. Ο Θεόφραστος αναφέρει ότι ο αρχαιότατος φιλόσοφος Αναξίμανδρος ο Μιλήσιος περ. 610-547) έλεγε ότι η υλική αιτία και το πρώτο στοιχείο των πραγμάτων είναι το άπειρον (το ακαθόριστο, το αρχικό χάος), υπήρξε δε ο πρώτος που αποκάλεσε με τον όρο αυτό την υλική αιτία. Δηλώνει μάλιστα ότι αυτή δεν είναι ούτε το νερό ούτε κάποιο από τα καλούμε στοιχεία, αλλά μία ουσία διαφορετική, απροσδιόριστη, από την οποία προκύπτουν όλοι οι ουρανοί και οι εντός τους περικλειόμενοι κόσμοι. Το άπειρον, ουσία άπλαστη, δημιουργεί από τον ίδιο τον εαυτό του όλα τα υπάρχοντα όντα. Κατά τον 5ο αιώνα π.χ. ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος διακυρήσσει ότι το απόλυτο και αιώνιο ον είναι ο κόσμος. Ο κόσμος αυτός αναμφίβολα είναι θεός, αλλά ένας ενύπαρκτος θεός, καθ΄ όλα αδιαχώριστος από την ύλη. Ο ίδιος τέλος, περιφρονεί τον ανθρωπομορφισμό της λαϊκής θρησκείας και καταδικάζει όλες τις περί θεών θεωρίες: "O άνθρωπος αγνοεί και θα αγνοεί την αλήθεια σχετικά μετους θεούς".

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

ΙΕΡΑ ΕΛΛΑΣ 4/2/2024