Ἀλβανοί: Με την ονομασία αυτήν, αναφέρονται στις αρχαιοελληνικές πηγές, τόσο οι κάτοικοι της ομώνυμης χώρας του Καυκάσου, όσο και οι κάτοικοι της αρχαιότατης πόλης του Λατίου, Άλβα Λόγκα (Alba Longa). Στους νεώτερους χρόνους η ονομασία χρησιμοποιείται επίσης και για τους κατοίκους των ΒΔ περιοχών (πέρα από τα όρια) του Ελλαδικού χώρου, που ομιλούν την ομώνυμη γλώσσα (οι αυτοαποκαλούμενοι Σκιπετάροι).
Από τα «Γεωγραφικά» του Στράβωνος έχει διασωθεί μια σημαντική περιγραφή της χώρας και των κατοίκων της Αλβανίας του Καυκάσου (ΙΑ΄ ΙV. 1-8), η οποία εκτείνεται μεταξύ της Κασπίας και των Ιβήρων στα δυτικά, ενώ το βόρειο όριο αποτελούν τα βουνά του Καυκάσου και το νότιο η Αρμενία, όπως αναφέρεται. Ο Στράβων περιγράφει τους Αλβανούς ως κτηνοτρόφους, με σχεδόν νομαδικό τρόπο διαβίωσης, αλλά όχι άγριους. «...Είναι όμορφοι και καλοφτιαγμένοι, απλοί στους τρόπους τους και δεν είναι φιλοχρήματοι. Δεν έχουν συνηθίσει στην χρήση νομισμάτων και δεν ξέρουν να μετρούν πάνω από το εκατό (Σημ. ΔΕΕ: Πόσο αξιόπιστη άραγε είναι αυτή η πληροφορία;).
…Εμπορεύονται με ανταλλαγές και δεν φροντίζουν για στρατό, πολιτεύματα και γεωργία. Μπορούν να συγκεντρώσουν όταν χρειαστεί μεγαλύτερο στράτευμα από τους Ίβηρες, που μπορεί να φθάσει τους 60.000 πεζούς και 2000 ιππείς. Θεούς έχουν τον Ήλιο και κυρίως την Σελήνη. Η χώρα τους διαρρέεται από τον ποταμό Κύρο (Σημ. ΔΕΕ: σημερ. Kura), ο οποίος συναντάται με τον άλλο μεγάλο ποταμό της περιοχής, τον Αράξη (σημ. ΔΕΕ: σημερ. Aras), λίγο πριν εκβάλλει στην Κασπία. Η μεγάλη στρατηγική σημασία της χώρας έγκειται στο γεγονός ότι εκεί υπάρχει η μοναδική δίοδος επικοινωνίας μεταξύ Βορρά και Νότου, κοντά στην Κασπία…»
Η περιοχή στα παράλια της Κασπίας, γύρω από την κοινή εκβολή των ποταμών Κύρου και Αράξη, ονομαζόταν Κασπιανή και ανήκε επίσης στην Αλβανία, αλλά όπως αναφέρει ο Στράβων, ο λαός που την κατοικούσε δεν υπήρχε πλέον στην εποχή του (1ος αιών π.Χ.). Τέλος, αναφέρεται ότι οι Αλβανοί χρησιμοποιούσαν πολεμικό ιππικό με πλήρη εξάρτυση «ίππους κατάφρακτους» και ότι μόνον αυτοί, οι Μήδοι και οι Αρμένιοι χρησιμοποιούσαν αυτό το είδος ιππικού (ΙΑ΄ XIV. 9).
Ο Ιστορικός του 2ου αιώνα μ.Χ. Φλάβιος Αρριανός (γνωστός από την εξιστόρηση της εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου), αναφέρεται επίσης στους Αλβανούς του Καυκάσου (Αλεξάνδρου Ανάβασις, Γ΄ VIII. 4), με την ευκαιρία της περιγραφής των στρατευμάτων του Δαρείου Γ΄ πριν από την μάχη των Γαυγαμήλων, στην οποία οι Αλβανοί έλαβαν μέρος υπό τους Μήδους.
Ο Πλούταρχος τέλος, αναφέρεται στους Αλβανούς (Πομπήϊος ΛΔ΄), με αφορμή την εξιστόρηση των προσπαθειών του Πομπήϊου να κατακτήσει την περιοχή το 66/65 π.Χ. και που είχε ως αποτέλεσμα την υποταγή των Αλβανών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ρωμαίος Ιστορικός του 4ου μ.Χ. αιώνα, Αμμιανός Μαρκελλίνος, ταυτίζει λανθασμένα τους Αλβανούς του Καυκάσου με τους Αλανούς (XXXI. 2 και XXXIII. 5), ένα από τα πλέον πολεμοχαρή φύλα των Σαρματών, παρασυρθείς μάλλον από την ομοιότητα των δύο ονομασιών και από το γεγονός ότι οι Αλανοί είχαν κατακτήσει την περιοχή το δεύτερο μισό του 1ου αιώνα μ.Χ.
Δυστυχώς, αγνοούμε την ονομασία που χρησιμοποιούσαν για την χώρα τους οι αυτόχθονες (Βλ. Robert H. Hewsen. "Ethno-History and the Armenian Influence upon the Caucasian Albanians", in: Samuelian, Thomas J. (Ed.), Classical Armenian Culture. Influences and Creativity. Chicago: 1982, pp. 27-40. Στους νεώτερους χρόνους, η λανθασμένη ταύτιση των δύο λαών (Αλανών-Αλβανών) εξακολούθησε να υπάρχει (βλ. Αλεξ. Ραγκαβή: Λεξικόν Ελληνικής Αρχαιολογίας, στο λήμμα Αλανοί), αλλά σήμερα η συσχέτιση Αλβανών και Αλανών απορρίπτεται πλήρως.
Η σύγχρονη έρευνα (Βλ. Thomas De Waal: The Caucasus: An Introduction - Oxford University Press, USA. 2010, Robert H. Hewsen: "Ethno-History and the Armenian Influence upon the Caucasian Albanians", in: Thomas J. Samuelian (Ed.), Classical Armenian Culture῾ Influences and Creativity - Chicago 1982, pp. 27-40, Robert W. Thomson: Rewriting Caucasian History: The Medieval Armenian Adaptation of the Georgian Chronicles – Oxford University Press 1996), θεωρεί τους Αλβανούς του Καυκάσου ως έναν πληθυσμό από αυτόχθονα φύλα τα οποία διεδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην εθνογένεση των σύγχρονων λαών της περιοχής, όπως οι Αζέροι, οι Αρμένιοι του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, οι Γεωργιανοί, οι Λεσγοί και άλλες εθνότητες του Νταγκεστάν.
Στους Ρωμαϊκούς χρόνους θα υποταχθούν πρόσκαιρα, αλλά θα διατηρήσουν την αυτονομία τους για μεγάλες περιόδους.
Στους μεσαιωνικούς χρόνους διάφοροι κατακτητές (Βυζαντινοί, Χάζαροι, Άραβες κ.λ.π.) θα υποτάξουν την χώρα, αλλά η αλλοίωση του πληθυσμού θα προέλθει κυρίως από τις επιδρομές και κατακτήσεις μογγολικών και τουρκικών φύλων (Σελτζούκοι, Τουρκομάνοι), με αποτέλεσμα να εκτουρκισθούν, τουλάχιστον γλωσσικά.
Αρχικά, οι Αλβανοί του Καυκάσου ομιλούσαν Λεσγικές διαλέκτους συγγενικές με αυτές που ομιλούνται σήμερα στην περιοχή του Νταγκεστάν (Βλ. History of the East - In 6 volumes - Volume 2. Moscow, publishing house of the Russian Academy of sciences «East literature» 2002). Μετά τον εκχριστιανισμό τους τον 4ο αιώνα, ένα μέρος του πληθυσμού στο δυτικό τμήμα της χώρας, αφομοιώθηκε σταδιακά από τους προγόνους των σημερινών Αρμενίων, ενώ ο πληθυσμός του ανατολικού τμήματος αφομοιώθηκε από Ιρανικούς και αργότερα, Τουρκικούς λαούς που κατέκτησαν την χώρα (Βλ. λεπτομέρειες στο Robert H. Hewsen: "Ethno-History and the Armenian Influence upon the Caucasian Albanians" ό.π.).
Σήμερα υπάρχουν περίπου 4.000-8.000 άτομα στο Β. Αζερμπαϊτζάν, οι Ούντι (Udi people), οι οποίοι θεωρούνται γνήσιοι απόγονοι, γλωσσικά και φυλετικά, των αρχαίων Αλβανών (Βλ. John M. Clifton, Deborah A. Clifton, Peter Kirk, and Roar Ljøkjell: The Sociolinguistic Situation of the Udi in Azerbaijan - SIL International 2005). Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 ανακαλύφθηκε το αλφάβητο που χρησιμοποιούσαν οι Αλβανοί του Καυκάσου, μετά τον εκχριστιανισμό τους (Βλ. Ilia Abuladze: About the discovery of the alphabet of the Caucasian Albanians - "Bulletin of the Institute of Language, History and Material Culture (ENIMK)", Vol. 4, Ch. I, Tbilisi, 1938).
Το αλφάβητο των Αλβανών του Καυκάσου
Για τους Αλβανούς της Ιταλίας, αξιοσημείωτη είναι η αναφορά τους στο «Λεξικό Σούδα» - λήμμα Αλβανοί, όπου περιγράφονται αόριστα ως «έθνος Ιταλών», οι οποίοι κατοικούν σε πλούσια και εύφορα εδάφη, που παράγουν μεγάλη ποσότητα γλυκό κρασί «…οίνον ηδύν και πολύν έχουσα…». Δεν υπάρχουν όμως άλλες πληροφορίες για τον εντοπισμό τους. Αν όμως συνδυάσουμε την παραπάνω πρόταση με τις πληροφορίες του Στέφανου Βυζάντιου στο λήμμα Άλβα «…οίνος Αλβανός ηδύς τε και καλός..», αναφερόμενες στην Άλβα Λόγκα, προκύπτει ότι το «έθνος Ιταλών» του Λεξικού, δεν είναι άλλο από τους κατοίκους αυτής της πόλης.
Η Άλβα Λόγκα (Alba Longa), κτισμένη στις πλαγιές του όρους Αλβανόν (βλ. σχετική αναφορά για την ίδρυση της Αλβα Λόγκα και το Αλβανόν όρος στο, όχι ιδιαίτερα αξιόπιστο έργο, που συνέγραψε ο Δίων Κάσσιος: “Ρωμαϊκή Ιστορία”, Βιβλίο 1 –VIII) ανεδείχθη σε θρησκευτικό κέντρο όλων των οικισμών του Λατίου και (σύμφωνα με την παράδοση που αναφέρει ο Βιργίλιος) μητρική πόλη της Ρώμης.
Υπήρξε η ηγέτιδα πόλις της περιοχής από τον 10ο μέχρι τον 6ο αιώνα π.Χ., οπότε υπέκυψε στην ανερχόμενη δύναμη της Ρώμης, που απείχε περίπου 20 χλμ. βορειοδυτικά. Το τραγικό της τέλος περιέγραψε με γλαφυρότητα, αλλά και θλίψη για το γεγονός ότι η άλλοτε σπουδαία αυτή πόλη που είχε δημιουργήσει με αποικισμό τριάντα πόλεις στο Λάτιο, καταστράφηκε από την τελευταία της αποικία (την Ρώμη) και παρέμεινα έρημη μέχρι την εποχή του, ο ιστοριογράφος (έζησε μεταξύ 60 π.Χ. –7 μ.Χ. περίπου) Διονύσιος Αλικαρνασσεύς («Ρωμαϊκή αρχαιολογία» ΙΙΙ.31.4):
[...ἡ μὲν δὴ τῶν Ἀλβανῶν πόλις, ἣν ἔκτισεν Ἀσκάνιος ὁ ἐξ Αἰνείου τοῦ Ἀγχίσου καὶ Κρεούσης τῆς Πριάμου θυγατρός, ἔτη διαμείνασα μετὰ τὸν οἰκισμὸν πεντακόσια τριῶν ἐπὶ τοῖς δέκα δέοντα, ἐν οἷς πολλὴν ἔσχεν ἐπίδοσιν εἰς εὐανδρίαν τε καὶ πλοῦτον καὶ τὴν ἄλλην ἅπασαν εὐδαιμονίαν ἡ τὰς τριάκοντα Λατίνων ἀποικίσασα πόλεις καὶ πάντα τὸν χρόνον ἡγησαμένη τοῦ ἔθνους, ὑπὸ τῆς ἐσχάτης ἀποικήσεως καθαιρεθεῖσα ἔρημος εἰς τόδε χρόνου διαμένει.].
Από το σχετικό λήμμα του βιβλίου του Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη «Λεξικό των Αρχαίων Ελληνικών και περι-ελλαδικών φύλων»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου