Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

Η ΑΘΕΪΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ (Μέρος 2)

 Κατά τον Ηράκλειτο, "ο κόσμος δεν είναι δημιούργημα ούτε θςού ούτε ανθρώπου, υπήρχε ανέκαθεν και θα υπάρχει αιώνια, είναι το πυρ το αείζωο, που ανάβει και σβήνει με μία ορισμένη τάξη.

Πρόκειται για την αντίληψη ενός αυτόνομου σύμπαντος, που ανάβει και σβήνει εις το διηνεκές. Περίπου κατά την ίδια εποχή, ο Παρμενίδης ο Ελεάτης εξομοιώνει επίσης το απόλυτο ον προς τον κόσμο, τον αιώνιο και άπλαστο, "το Παν, το Μοναδικό, το Ακίνητο, το Ακατάλυτο, το Καθολικό και συνεχές ένα".

O ClaudeTresmontant σημειώνει ότι "ο Παρμενίδης είναι ο πατέρας του υλισμού και των υλιστών, εφόσον πρεσβεύει ότι ο φυσικός κόσμος είναι το απόλυτο ον". Ο κόσμος αυτός, ανεξαρτήτως εάν αποκληθεί θείος ή μη, παραμένει η μόνη πραγματικότητα.

Κατά τον 5ο αι. π.χ. ο Σικελός Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος επαναβεβαιώνει την αιωνιότητα του άπλαστου κόσμου, εντός του οποίου τίποτε δεν χάνεται, τίποτε δεν δημιουργείται και τα πάντα μετασχηματίζονται: 

"Θέλω να σου πω κάτι άλλο: για όλα τα θνητά όντα δεν υπάρχει ούτε δημιουργία, γένεση, ούτε εξαφάνιση στον ολέθριο θάνατο, αλλά υπάρχει μόνο μείξη και μεταλλαγή του μείγματος, δημιουργία όμως, γένεση, για το θέμα αυτό, είναι απλώς ονομασίες που επινόησαν οι άνθρωποι[...] Ανόητοι -γιατί δεν είναι διορατικοί- όσοι πιστεύουν ότι γεννιέται αυτό που δεν υπήρχε από πρινή ότι κάτι πεθαίνει και καταστρέφεται ολοσχερώς. Διότι δεν είναι δυνατόν να γεννηθεί κάτι από αυτό που, κατά κανέναν τρόπο, δεν υπάρχει και είναι αδύνατο και ανήκουστο να χάνεται το υπάρχων, γιατί αυτό θα είναι πάντοτε εκεί που τοποθετήθηκε".

Σύμφωνα με τον Εμπεδοκλή ο Ζεύς, η Ήρα, η Νήστις, ο Αϊδωνεύς είναι απλώς και μόνον μυθικές προσωποποιήσεις των τεσσάρων στοιχείων, της φωτιάς, του αέρα, του νερού και της γης. Ο Αναξιμένης από την πλευρά του, περιορίζεται σε ένα πρωταρχικό στοιχείο, τον αέρα, ενώ ο Αναξαγόρας θεωρεί απαρχή των πάντων το αγέννητο χάος.

Ο Λεύκιππος (γενν. περί το 500) και ο μαθητής του Δημόκριτος(γενν. περί το 460) προτείνουν μία σαφώς πιο επεξεργασμένη και επιπλέον πιο απερίφραστα υλιστική θεωρία. Η έσχατη πραγματικότητα, κατά την αποψή τους, είναι το άτομο, σωματίδιο εξαιρετικά μικρό, υλικό, πλήρες. αδιαίρετο, διαρκώς κινούμενο. Τα άτομα αυτά, ποικίλων μεγεθών και σχημάτων, συνδυάζονται κατά την φορά των κινήσεών τους και διαμορφώνουν όλα τα σώματα του κόσμου, αδρανή και έμβια, χωρίς καμία σκοπιμότητα, χωρίς τελική αιτία. Το τυχαίο και η ανάγκη κατέχουν τα πρωτεία στην παρέλαση αυτή των όντων, που συντίθενται και αποσυντίθενται εις το διηνεκές.

Από αυτή την διαδικασία δεν εξαιρείται τίποτε, ούτε καν ο άνθρωπος, το σώμα του οποίου είναι απλώς ο καρπός μίας πολυπλοκότερης δομής, της οποίας την ψυχή απαρτίζουν λεπτά σφαιρικά άτομα, παρεμφερή προς τα άτομα της φωτιάς, οι δε σκέψεις και τα συναισθήματα προέρχονται από τις εντυπώσεις που δημιουργούν στην ψυχή και το σώμα άτομα του εξωτερικού περιβάλλοντος. Κάθε σώμα αποτελείται από άτομα και κενό.

Οι ίδιοι οι θεοί άλλωστε αποτελούνται από άτομα και δεν διαδραματίζουν ιδαίτερο ρόλο. Τα φαινόμενα που τους αποδίδει η θρησκεία, είναι απλώς είδωλα, εντυπώσεις των φυσικών φαινομένων στο ανθρώπινο πνεύμα. Εξού και η πίστη στην θεϊκή παρέμβαση. Ο Δημόκριτος επομένως, απέχει πολύ από τους άλλους φιλοσόφους, με την έννοια του μηχανιστικού υλισμού, εφόσον αφενός προβάλλει μία ψυχολογική ερμηνεία του φαινομένου της θρησκευτικής πίστης, αφετέρου, διαμέσου αυτής ακριβώς της ερμηνείας, καταλήγει στην πλήρη απαξίωση του. Ερμηνεία σημαίνει απομυθοποίηση.

Ο υλισμός του Δημόκριτου γνωρίζει ευμενή υποδοχή στους κύκλους των Ελλήνων διανοούμενων, μεταδίδεται μέσω ενός ρεύματος σκέψης και καταλήγει στον 3ο αι. στον Επίκουρο. Στο ενδιάμεσο διάστημα ωστόσο, πολιτισμικές και πολιτικές αλλαγές διαταράσσουν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και τις σχέσεις μεταξύ πιστών και απίστων. Μέχρι το τέλος περίπου του 5ου αι. π.χ. στην Ελλάδα φαίνεται ότι επικρατεί μία σχετική ελευθερία ως προς τις θρησκευτικές αντιλήψεις. Μεταξύ της λαϊκής μυθολογίας, με εμφανή τα ίχνη της μαγείας, της επίσημης λατρείας που έχει ανατεθεί στους ιερείς των ναών και και της έντονα πανθεϊστικής, αν όχι αθεϊστικής φιλοσοφίας, που διέλυε τους θεούς μέσα στην ύλη, οι σχέσεις φαίνονται εξαιρετικά τεταμένεςμ με όλη τη σημασία του όρου. Ουδείς ανησυχεί για τις θρησκευτικές απόψεις ή την απιστία του, ούτε βεβαίως και ο Δημόκριτος.

Ο Θαλής που θεωρεί ότι " ο κόσμος είναι γεμάτος θεούς", επιδίδεται ανενόχλητος στην επιστιμονική μελέτη αυτού του κόσμου και προσκομίζει εξηγήσεις φυσικές για τους σεισμούς και τις κινήσεις των αστέρων. Σε αντίθεση προς μία καθιερωμένη άποψη, η επιστιμονική μελέτη της φύσης δεν χρειάστηκε να περιμένει τον χριστιανισμό για την εκκοσμίκευση του υλικού κόσμου.

Μέχρι τον 5ο αι. το φάσμα των ελληνικών απόψεων στο πεδίο της πίστης φαίνεται σαφώς μετατοπισμένο προς τον ορθολογισμό και την ορθολογική απιστία.

Οι φιλόσοφοι, κατά τα φαινόμενα, φτάνουν σε κάποια συναίνεση σχετικά με τον πανθεϊσμό, ορισμένες όψεις του οποίου θα μπορούσαν κάλλιστα να χαρακτηρισθούν ως αθία, εφόσον οι θεοί θεωρούνται πλέον τόσο ασήμαντοι.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου